ΤΡΟΠΟΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ
(«ΚΟΚΚΙΝΑ ΔΑΝΕΙΑ»)
Η παρατεινόμενη κατά χρόνο και επεκτεινόμενη σε ολοένα και μεγαλύτερες ομάδες του πληθυσμού της χώρας οικονομική κρίση οδήγησε στη θέσπιση ορισμένων μέτρων για τη ρύθμιση των οφειλών φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων («κόκκινα δάνεια»). Ειδικότερα, όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα, σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο, υπάρχουν διάφοροι τρόποι ρύθμισης των οφειλών τους και προστασίας της περιουσίας τους από πλειστηριασμούς:
-
-
Αναστολή πλειστηριασμών (ιδίως της πρώτης κατοικίας), με νομοθετικές πράξεις,
-
-
-
Με τον Κώδικα Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος,
-
-
-
Ο νόμος για τα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά (Ν.3869/2010, όπως τροποποιημένος ισχύει, γνωστός ως «Νόμος Κατσέλη»),
-
-
-
Εξωδικαστικός διακανονισμός.
-
Ι. ΑΝΑΣΤΟΛΕΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ
Με διάφορες νομοθετικές πράξεις, από 16 Σεπτεμβρίου 2009 έως και 31 Δεκεμβρίου 2013, θεσπίστηκε η αναστολή των πλειστηριασμών από πιστωτικά ιδρύματα και εταιρείες παροχής πιστώσεων, καθώς και από τους εκδοχείς των απαιτήσεων αυτών, οι οποίοι επισπεύδονταν για την ικανοποίηση απαιτήσεων που δεν υπερέβαιναν το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ1.
Στη συνέχεια, με το άρθρο 2 του Ν. 4224/2013 (ΦΕΚ 288/Α/31.12.2013), από 01.01.2014 και μέχρι 31.12.2014 απαγορεύθηκαν οι πλειστηριασμοί ακινήτων οφειλετών (η απαγόρευση αφορούσε μόνο την κύρια κατοικία τους δηλωθείσα ως τέτοια στην τελευταία δήλωση φόρου εισοδήματός τους), εφόσον η αντικειμενική αξία του ακινήτου δεν υπερέβαινε τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ και εφόσον (σωρευτικά): α) το ετήσιο δηλωθέν οικογενειακό τους εισόδημα, κατόπιν της αφαίρεσης των κρατήσεων υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων, του φόρου εισοδήματος και της εισφοράς αλληλεγγύης, ήσαν μικρότερο ή ίσο των τριάντα πέντε χιλιάδων (35.000) ευρώ, β) η συνολική αξία της κινητής και ακίνητης περιουσίας τους ήταν μικρότερη ή ίση των διακοσίων εβδομήντα χιλιάδων (270.000) ευρώ και εξ αυτής το σύνολο των καταθέσεων και κινητών αξιών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό την 20ή Νοεμβρίου 2013, δεν υπερέβαινε τις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ, εξαιρουμένων περιοδικών παροχών από συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά προγράμματα2. Επίσης, απαγορευόταν ο πλειστηριασμός ακινήτων των εγγυητών για τις συγκεκριμένες οφειλές.
Από τον Ιούλιο 2015 και για όσο χρονικό διάστημα διαρκούσε η τραπεζική αργία αναστάλθηκε η διενέργεια κάθε πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης, ιδίως η διενέργεια πλειστηριασμών, κατασχέσεων, αποβολών (εξώσεων) και προσωπικών κρατήσεων. Ήδη το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ανακοίνωσε ότι δεν παρατείνεται εκ νέου η ισχύς της υπ’ αριθμ. 49214/21-07-2015 Κοινής Υπουργικής Απόφασης περί αναστολής πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία είχε παραταθεί μέχρι 31 Οκτωβρίου 2015.
Επομένως, εάν δεν ψηφιστεί κάποιος άλλος νόμος, δεν ισχύει πλέον η γενική προστασία της πρώτης κατοικίας (αφορούσε Τράπεζες και πιστωτικούς οργανισμούς και όχι τις απαιτήσεις του Δημοσίου). Κατά συνέπεια, οφειλέτες – φυσικά πρόσωπα που βρίσκονται σε καθυστέρηση πληρωμής, για την προστασία ιδίως της πρώτης κατοικίας τους και ενδεχομένως άλλων περιουσιακών στοιχείων, θα πρέπει είτε να ακολουθήσουν τη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων (ΔΕΚ) που προβλέπεται από τον Κώδικα Δεοντολογίας των Ελληνικών Τραπεζών (στα πλαίσια εξωδίκου συμβιβασμού με τις δανείστριες Τράπεζες), είτε να καταφύγουν στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 (Νόμου Κατσέλη), όπως τροποποιημένος ισχύει.
Ι.α. Τι ισχύει για τους πλειστηριασμούς από 01-01-2016
Σύμφωνα με το νέο θεσμικό πλαίσιο, η τιμή πρώτης προσφοράς στους πλειστηριασμούς ακινήτων είναι η εμπορική αξία και όχι η αντικειμενική, όπως ίσχυε. Μάλιστα, απλοποιείται η πρότερη διαδικασία που προέβλεπε δύο άγονους πλειστηριασμούς ώστε το αρμόδιο δικαστήριο να κάνει δεκτή τη μείωση της τιμής εκκίνησης, ενώ καταργήθηκε και το άρθρο 938 ΚΠολΔ που προέβλεπε την αναστολή της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.
Σε περίπτωση που δεν παρουσιαστούν πλειοδότες, τότε, με απόφαση του Δικαστηρίου μπορεί να πωληθεί ελεύθερα μέχρι και με δόσεις στην Τράπεζα ή σε τρίτον, ενώ καθορίζονται ώρες και ημέρες επίσκεψης στο ακίνητο για τους ενδιαφερόμενους. Υπενθυμίζεται ότι σήμερα οι εμπορικές τιμές των ακινήτων είναι χαμηλότερες σε σχέση με τις αντικειμενικές αξίες, ελλείψει αγοραστικού ενδιαφέροντος.
ΙΙ. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ
ΕΝΗΜΕΡΩΝ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ
Πρόκειται για τη νομοθετική θέσπιση διαχείρισης των μη καταγγελμένων δανείων από τις Τράπεζες.
Αρχικά, με το Ν. 4161/2013, καθορίστηκε ένα πρόγραμμα διευκόλυνσης για ενήμερους δανειολήπτες ή για δανειολήπτες που δεν είχε γίνει καταγγελία ακόμα στις οφειλές τους. Αφορούσε μόνο στις οφειλές που είχαν προσημείωση στην κύρια κατοικία του οφειλέτη, ενώ δεν ενδιέφερε η φύση του δανείου (αφού εντάσσονταν, υπό την προϋπόθεση ότι ήταν εμπραγμάτως εξασφαλισμένα, τόσο τα στεγαστικά ή/και επισκευαστικά, όσο και τα καταναλωτικά δάνεια). Προϋποθέσεις (συνοπτικά):
-
Τα δάνεια να έχουν προσημείωση στην κύρια κατοικία και να είναι μη καταγγελμένα (για τα καταγγελμένα δάνεια υπάρχει ο Νόμος Κατσέλη),
-
Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας να μην ξεπερνά τις 180.000 €,
-
Η αντικειμενική αξία του συνόλου της ακίνητης περιουσίας να μην ξεπερνά τις 250.000 €,
-
Το συνολικό ανεξόφλητο κεφάλαιο των οφειλών αυτών να μην ξεπερνά τις 150.000 €,
-
Το σύνολο τις αξίας καταθέσεων και κινητών να μην ξεπερνά τις 10.000 €,
-
Το ατομικό εισόδημα να μην ξεπερνά τις 15.000 € (το οικογενειακό της 25.000 €),
-
Να υπάρχει μείωση στα εισοδήματα του δανειολήπτη τουλάχιστον 20% από το 2009.
Οι ως άνω προϋποθέσεις γίνονταν ευνοϊκότερες αν υπήρχε στην οικογένεια άτομο με αναπηρία 67% και άνω ή αν η οικογένεια ήταν πολύτεκνη (από τρία παιδιά και πάνω).
Το πρόγραμμα διευκόλυνσης για ενήμερους δανειολήπτες του Ν. 4161/2013 προέβλεπε (υπό την προϋπόθεση έγκρισής του) περίοδο τεσσάρων ετών κατά την οποία πρώτον, ο δανειολήπτης πλήρωνε το 30% του μηνιαίου εισοδήματός του και δεύτερον, οι οφειλές τοκίζονταν με το επιτόκιο της ΕΚΤ συν 0,75%, εκτός αν το επιτόκιο που είχε ο δανειολήπτης για το δάνειο του ήταν μικρότερο, οπότε και δεν αλλάζει. Η διαφορά της νέας δόσης με την παλιά δόση κεφαλαιοποιείται και μετά την περίοδο των τεσσάρων ετών, η οφειλή συνεχίζει με την παλαιά σύμβαση, με τα υπολειπόμενα έτη αποπληρωμής που ίσχυαν τη στιγμή που ο δανειολήπτης υπάχθηκε στη ρύθμιση.
Για τους ανέργους το πρόγραμμα προέβλεπε μέσα στην τετραετία, εντελώς άτοκη περίοδο 6 μηνών, κατά την οποία ο οφειλέτης δεν θα πλήρωνε καθόλου δόση.
Σε σχέση με το Νόμο «Κατσέλη», ο Ν. 4161/2013 για τους ενήμερους δανειολήπτες είχε το πλεονέκτημα ότι με την υπαγωγή του οφειλέτη στο πρόγραμμα διευκόλυνσης, οι εγγυητές δεν αντιμετώπιζαν κανένα πρόβλημα. Από την άλλη, δεν προέβλεπε μείωση («κούρεμα») της οφειλής, όπως μπορεί να επιτευχθεί με το Ν. 3869/2010.
Η δυνατότητα υπαγωγής στην παραπάνω ρύθμιση (Ν. 4161/2013) παρασχέθηκε για έξι μήνες από τη δημοσίευση του Νόμου και τελικά, σύμφωνα με την ΥΑ Ζ1 32/2014 (ΦΕΚ Β' 100/22.1.2014) παρατάθηκε η δυνατότητα υπαγωγής στο πρόγραμμα διευκόλυνσης από την 16η Ιανουαρίου 2014 και για τρεις (3) μήνες.
Ήδη από την 01 Ιανουαρίου 2015 είναι σε ισχύ ο Κώδικας Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος για τη διαχείριση των μη καταγγελμένων δανείων από τις τράπεζες (βλ και Ν. 4224/2013, ΦΕΚ Α/288 σε συνδυασμό με Ν. 4281/2014). Ο Κώδικας θεσπίζει γενικές αρχές συμπεριφοράς και αναγκαίας πληροφόρησης στα πλαίσια της Διαδικασίας Επίλυσης Καθυστερήσεων (στο εξής Δ.Ε.Κ.) μεταξύ δανειοληπτών και τραπεζών.
1. Εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος
-
Αφορά ΜΟΝΟ οφειλές που παρουσιάζουν καθυστέρηση.
-
Οφειλές που έχουν καταγγελθεί ΔΕΝ υπάγονται.
-
Έχει εφαρμογή για οφειλές τόσο ιδιωτών, όσο και επιχειρήσεων.
-
Δεν υπάγονται οφειλέτες που έχουν χαρακτηριστεί Μη-συνεργάσιμοι
2. Μη-συνεργάσιμος Δανειολήπτης
Εάν κάποιος ενδιαφέρεται να μπει στον Κώδικα, πλέον οφείλει να προσκομίζει τις απαραίτητες πληροφορίες που του ζητούν οι τράπεζες, ώστε να μην χαρακτηριστεί ως «μη συνεργάσιμος δανειολήπτης». Εάν κάποιος χαρακτηριστεί «μη-συνεργάσιμος», τότε η τράπεζα μπορεί να ξεκινήσει τις νόμιμες διαδικασίες, δηλαδή έκδοση διαταγής πληρωμής, πρόγραμμα πλειστηριασμού κλπ. Πολλοί οφειλέτες θα λάβουν ειδοποιήσεις από την τράπεζά τους σχετικά με τον Κώδικα και θα πρέπει να ενεργήσουν άμεσα, καθώς αν περάσουν οι προθεσμίες απάντησης, θα κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν ως μη συνεργάσιμοι δανειολήπτες. Οι οφειλέτες δεν επιβαρύνονται με οποιαδήποτε χρέωση σε σχέση με την εξέταση των αιτημάτων τους για υπαγωγή στις διατάξεις του Κώδικα (άρθρο 12 παρ. 1 Ν. 4281/2014).
3. Διαδικασία
Στάδιο 1 – Επικοινωνία με τον δανειολήπτη
Στάδιο 2 – Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών
Στάδιο 3 – Αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων
Στάδιο 4 – Πρόταση των κατάλληλων λύσεων στο δανειολήπτη
Στάδιο 5 – Διαδικασία εξέτασης ενστάσεων
ΣΤΑΔΙΟ 1
Για τις περιπτώσεις δανείων που συμπληρώνουν οποτεδήποτε μέχρι και την 15η Δεκεμβρίου 2015 καθυστέρηση μεγαλύτερη των τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών, η Τράπεζα οφείλει να αποστείλει στο δανειολήπτη γραπτή ειδοποίηση, μέχρι την 30η Δεκεμβρίου 2015.
Εάν ο δανειολήπτης αποδέχεται να ενταχθεί στη διαδικασία, έχει προθεσμία δέκα πέντε (15) εργασίμων ημερών να προσκομίσει στην τράπεζα την «Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης».
Σε περίπτωση μη ανταπόκρισης του δανειολήπτη, αποστέλλεται εντός δέκα πέντε (15) ημερολογιακών ημερών από τη λήξη της ταχθείσας προθεσμίας, προειδοποιητική επιστολή για την προοπτική και τις συνέπειες του χαρακτηρισμού ως μη συνεργάσιμου (εφαρμόζεται σε περιπτώσεις δανειοληπτών των οποίων ο αποχαρακτηρισμός ως συνεργάσιμων μπορεί να έχει συνέπεια τον εκπλειστηριασμό της μοναδικής κατοικίας τους).
Για τα δάνεια που περιέρχονται σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών μετά την 15η Δεκεμβρίου 2015, η πρώτη υποχρεωτική ειδοποίηση αποστέλλεται από την τράπεζα εντός δέκα πέντε (15) ημερολογιακών ημερών από το χρόνο συμπλήρωσης της καθυστέρησης των τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών.
ΣΤΑΔΙΟ 2
Ο Δανειολήπτης προσκομίζει, μέσα σε 15 εργάσιμες ημέρες από την παραλαβή της επιστολής:
-
Την «Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης»
-
Τα επιπλέον δικαιολογητικά που ζητάει η τράπεζα
Τα έγγραφα αυτά τα παραλαμβάνει ειδικό τμήμα/γραφείο της Τράπεζας, για τα στοιχεία επικοινωνίας του οποίου θα πρέπει να έχει ενημερωθεί, με απόδειξη παραλαβής.
ΣΤΑΔΙΟ 3 & 4
Η Τράπεζα αξιολογεί τις πληροφορίες και τα δικαιολογητικά του δανειολήπτη, λαμβάνοντας υπόψη το συνολικό ύψος και τη φύση των χρεών του, το ιστορικό οικονομικής συμπεριφοράς του, την τρέχουσα και την προβλεπόμενη ικανότητα αποπληρωμής, συνεκτιμώντας (εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο) το επίπεδο των «ευλόγων δαπανών διαβίωσης». Η μεθοδολογία εκτίμησης των «εύλογων δαπανών διαβίωσης» καθορίζεται με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους.
Μετά την ανωτέρω αξιολόγηση, κάθε τράπεζα προτείνει μία ή περισσότερες εναλλακτικές λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης, μέσω ενός «Τυποποιημένου Εγγράφου Πρότασης» σε εύλογο χρονικό διάστημα αλλά όχι περισσότερο από 6 μήνες.
Αφού ο δανειολήπτης ενημερωθεί για τις προτάσεις τις τράπεζας, έχει προθεσμία 15 εργάσιμων ημερών, για να:
-
Να αποδεχτεί την προτεινόμενη λύση, ή
-
Να αντιπροτείνει γραπτώς, ή
-
Να δηλώσει γραπτώς ότι αρνείται να συναινέσει.
ΣΤΑΔΙΟ 5 - ΕΝΣΤΑΣΗ
-
Εάν ο δανειολήπτης δεν συμφωνεί με τις προτάσεις της τράπεζας, μπορεί να προσφύγει στην Επιτροπή Ενστάσεων της Τράπεζας (διατίθενται τυποποιημένα έγγραφα ενστάσεων).
-
Η Επιτροπή Ενστάσεων αποφασίζει εντός τριών (3) μηνών, με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της.
-
Εάν γίνει αποδεκτή η ένσταση, η τράπεζα:
- Γνωστοποιεί τις διαρθρωτικές ενέργειες ή την αναθεωρημένη λύση.
- Παραπέμπει εκ νέου την περίπτωση στο Στάδιο 3 ή Στάδιο 4, ώστε οι αρμόδιοι υπάλληλοι της τράπεζας να επαναξιολογήσουν την υπόθεση και να κάνουν εκ νέου πρόταση.
-
Κάθε δανειολήπτης μπορεί να κάνει ένσταση μόνο μια φορά, οπότε δεν μπορεί να επανέλθει στην Επιτροπή Ενστάσεων εάν δεν συμφωνεί με την νέα πρόταση της τράπεζας.
4. Αποτυχία / Άρνηση συμβιβασμού
-
Ο δανειολήπτης μπορεί να επιλέξει είτε να μην ακολουθήσει τη διαδικασία του Κώδικα, είτε αφού την ακολουθήσει να μην συμφωνήσει με την πρόταση της τράπεζας.
-
Ο δανειολήπτης, μπορεί να προσπαθήσει να βρει λύση μέσω διαμεσολάβησης ή με τη χρήση άλλων νομικών διατάξεων (π.χ. Ν.3869/10).
5. Εγγυητές
Η ειδοποίηση και ενημέρωση των εγγυητών γίνεται ταυτόχρονα με εκείνη του οφειλέτη, ώστε να μπορεί να συζητηθεί από κοινού η δυνατότητα συμφωνίας εναλλακτικού τρόπου ρύθμισης. Εάν ο οφειλέτης εντούτοις δεν ανταποκριθεί ή δεν συμφωνήσει, η Δ.Ε.Κ. μπορεί να συνεχιστεί με τον εγγυητή. Αν ο εγγυητής είναι φυσικό πρόσωπο και η μη εκπλήρωση των υποχρεώσεών του μπορεί να έχει ως συνέπεια να χάσει τη μοναδική του κατοικία, το ίδρυμα του απευθύνει τις πρόσθετες ειδοποιήσεις, οι οποίες προβλέπονται στον Κώδικα ειδικά για τις περιπτώσεις αυτές.
ΙΙΙ. ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ (Νόμος «Κατσέλη»)
Ο Νόμος 3869/10 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά (περισσότερο γνωστός ως νόμος «Κατσέλη») τέθηκε σε ισχύ για πρώτη φορά τον Ιούλιο του 2010 και προβλέπει την ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Στη συνέχεια τροποποιήθηκε με το άρθρο 85 του Ν. 3996/2011 (ΦΕΚ Α/170), με το Ν. 4161/2013 και με τα άρθρα 1 έως 4 του Κεφαλαίου Α της υποπαραγράφου Α4 της παραγράφου Α' του Μέρους Β' του Ν. 4336/2015 «Συνταξιοδοτικές διατάξεις - Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης» (ΦΕΚ Α/94, πρόκειται για το Γ’ ΜΝΗΜΟΝΙΟ).
Τέλος, με το άρθρο 14 του Ν. 4346/2015 «Επείγουσες ρυθμίσεις για την εφαρμογή της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 152/20-11-2015) τροποποιούνται εκ νέου διατάξεις του Νόμου Κατσέλη. Η ισχύς της τελευταίας αυτής τροποποίησης αρχίζει από 01-01-2016 και δεν καταλαμβάνει εκκρεμείς υποθέσεις, καθώς και αιτήσεις που έχουν κατατεθεί έως και 31-12-2015. Για το λόγο αυτό, οι τελευταίες ρυθμίσεις θα αναλυθούν παρακάτω σε ιδιαίτερη υποπαράγραφο.
1. Προϋποθέσεις υπαγωγής στις ρυθμίσεις του Ν. 3869/2010:
Στις ρυθμίσεις του νόμου υπάγονται όλα τα φυσικά πρόσωπα που δε διαθέτουν πτωχευτική ικανότητα, δηλαδή, μισθωτοί, άνεργοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, και πρώην έμποροι που, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης υπαγωγής έχουν χάσει την πτωχευτική ικανότητα και δεν τελούν υπό πτώχευση (βλ. την με αριθμό πρωτ. 7698/20-08-2015 Ερμηνευτική Εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού).
-
Τα υπαγόμενα πρόσωπα θα πρέπει να έχουν μόνιμη και χωρίς δόλο αδυναμία πληρωμών. Δηλαδή, θα πρέπει να υπάρχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές. Όχι απαραίτητα όλες αλλά κάποιες, ενώ αποκλείονται περιπτώσεις δόλιας χρεωκοπίας.
-
Αρχικά ο Νόμος αφορούσε στη ρύθμιση οφειλών προς ιδιώτες, Τράπεζες και Πιστωτικούς Οργανισμούς (ανοιχτά δάνεια, καταναλωτικά δάνεια, στεγαστικά δάνεια, δάνεια πρώτης κατοικίας, δάνεια πρώτης κατοικίας από τον Οργανισμό Εργατικής Εστίας - ΟΕΚ, δάνεια πρώτης κατοικίας από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, δάνεια επισκευαστικά κατοικίας, πιστωτικές κάρτες κτλ). Το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Ν. 3869/2010 έχει πλέον διευρυνθεί και σε ρύθμιση βεβαιωμένων οφειλών προς το Δημόσιο, τη Φορολογική Διοίκηση, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α' και Β' βαθμού και τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης. Σε περίπτωση προηγούμενης υπαγωγής των οφειλών προς το Δημόσιο σε άλλορυθμιστικό πλαίσιο, ο οφειλέτης επιλέγει εάν επιθυμεί να το διατηρήσει ή να υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 3869/2010, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν είναι δυνατή η παράλληλη χρήση άλλουθεσμικού πλαισίου διευθέτησης οφειλών. Οι οφειλές προς το Δημόσιο πρέπει υποχρεωτικά να συντρέχουν με οφειλές προς ιδιώτες. Σύμφωνα δε με τη μεταβατική διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 2 του Κεφαλαίου Α της υποπαραγράφου Α4 της παραγράφου Α' του Μέρους Β' του Ν. 4336/2015, οφειλέτες που είχαν ήδη υποβάλει αιτήσεις υπαγωγής αλλά κατά τη δημοσίευση τουΝ. 4336/2015 (14-08-2015) δεν είχε επέλθει δικαστικός συμβιβασμός αυτών, δύνανται να επανυποβάλλουν αιτήσεις προκειμένου να συμπεριληφθούν και οφειλές τους προς το Δημόσιο (στηνπερίπτωση αυτή, η κρατούσα γνώμη υποστηρίζει ότι θα πρέπει να γίνει παραίτηση από την προηγούμενη αίτηση).
-
Εξαιρούνται της ρύθμισης, οφειλές αιτία των οποίων είναι τυχόν αδίκημα οφειλόμενο σε δόλο, βαριά αμέλεια (αδικοπραξία) ή σε χρηματικές ποινές ή διοικητικά πρόστιμα. Συνεπώς, δεν είναιδυνατή η ρύθμιση οφειλών που προέρχονται από μη απόδοση Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) καθώς η μη απόδοσή τους αποτελεί αδίκημα.
-
Στις ρυθμιζόμενες οφειλές δεν συμπεριλαμβάνονται όσες αφορούν υποχρεώσεις διατροφής συζύγου ή ανηλίκου τέκνου.
-
Δεν εντάσσονται οφειλές που έχουν δημιουργηθεί κατά το τελευταίο έτος πριν την υποβολή αίτησης υπαγωγής στις διατάξεις του Ν. 3869/2010.
2. Στάδια ρύθμισης:
Ειδικότερα, ο νόμος 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε προβλέπει τα εξής στάδια ρύθμισης:
Α. Αίτηση στο Ειρηνοδικείο.
(Απαιτούμενα έγγραφα για σύνταξη - κατάθεσης δικογράφου αίτησης):
Για την έναρξη της διαδικασίας, ο οφειλέτης καταθέτει αίτηση στο Γραμματέα του Ειρηνοδικείου του τόπου κατοικίας του. Η αίτηση πρέπει να αναφέρει:
α) την περιουσιακή κατάσταση του ιδίου και του συζύγου του και τα πάσης φύσεως εισοδήματά τους,
β) τους πιστωτές και τις απαιτήσεις τους,
γ) τυχόν μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων του επί ακινήτων, στις οποίες ο οφειλέτης προέβη την τελευταία τριετία πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης,
δ) σχέδιο για την διευθέτηση των οφειλών του (ή τυχόν αίτημα για διαγραφή των χρεών, εφ’ όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της διαδικασίας Ταχείας Διευθέτησης Μικροοφειλών – θα αναλυθεί παρακάτω). Το σχέδιο διευθέτησης οφειλών θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη με εύλογο τρόπο και συσχέτιση τα συμφέροντα των πιστωτών, την περιουσία, τα εισοδήματα και τις δαπάνες διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογενείας του και την προστασία της κύριας κατοικίας του.
Με τις υπ’ αριθμούς 7534/2015 (ΦΕΚ 1794/Β/20-08-2015) και 8986/2015 (ΦΕΚ 2208/Β/14-10-2015) κοινές υπουργικές αποφάσεις, καθορίζονται τα τυποποιημένα υποδείγματα των αιτήσεων καθώς και τα δικαιολογητικά που καταθέτει ο αιτών στις γραμματείες των Ειρηνοδικείων και συνοδεύουν την αίτηση για την υπαγωγή στο Νόμο 3869/2010. Αναλυτικά, με την αίτηση συνυποβάλλονται:
α) αντίγραφο του Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας,
β) πρόσφατο Πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης,
γ) Ε1 των τριών τελευταίων (οικονομικών) ετών,
δ) εκκαθαριστικά σημειώματα των τελευταίων τριών (οικονομικών) ετών,
ε) πρόσφατο Ε9,
στ) τυχόν καταστάσεις μισθοδοσίας ή εκκαθαριστικοί λογαριασμοί συντάξεων ή βεβαίωση ανεργίας του ΟΑΕΔ,
ζ) τυχόν αντίγραφα αδειών κυκλοφορίας τροχοφόρων,
η) βεβαιώσεις οφειλών των πιστωτών3,
θ) αντίγραφα των δανειακών συμβάσεων,
ι) (τυχόν) καταγγελίες των δανειακών συμβάσεων,
ια) τίτλους ιδιοκτησίας των ακινήτων της περιουσίας του οφειλέτη,
ιβ) αντίγραφο ποινικού Μητρώου γενικής χρήσης (κατ’ άρθρο 575 ΚΠΔ) από το οποίο να προκύπτει η μη καταδίκη του αιτούντος για οικονομικό ή φορολογικό αδίκημα σε βαθμό κακουργήματος,
ιγ) σε περίπτωση προηγούμενης άσκησης εμπορικής δραστηριότητας, βεβαίωση διακοπής εργασιών από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. (προκειμένου να διαπιστώνεται η έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας του αιτούντος),
ιδ) υπεύθυνη δήλωση για την πληρότητα και ορθότητα των καταστάσεων περιουσίας και μεταβιβάσεων,
ιε) φύλλο υπολογισμού αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας του οφειλέτη,
ιστ) λοιπά έγγραφα κατά την κρίση του οφειλέτη4.
Σε περίπτωση έγγαμου αιτούντος, τα παραπάνω έγγραφα προσκομίζονται και για τον/την σύζυγο, όπως επίσης και σε περίπτωση ανήλικων τέκνων με περιουσία.
Ειδικά για τις αιτήσεις που είχαν κατατεθεί στα Ειρηνοδικείο πριν από την 19η Αυγούστου 2015 και δεν είχαν ακόμη συζητηθεί, ο Ν. 4336/2015 υποχρεώνει τους οφειλέτες να προσκομίσουν επικαιροποιημένα τα στοιχεία που απαιτούνται για υποβολή της αίτησης, ενώ τυχόν παράβαση της διάταξης και μη υποβολή επικαιροποιημένων στοιχείων, επιφέρει για τον οφειλέτη τις συνέπειες της μη ειλικρινούς δήλωσης και απώλεια προστασίας. Δηλαδή, σε περίπτωση παράλειψης ενημέρωσης των φακέλων τους μέχρι τις 19-02-2016 οι αιτήσεις τους θα απορρίπτονται. Η διάταξη εισήχθη με δεδομένο ότι εκκρεμούν περί τις 130.000 έως 170.000 αιτήσεις και κρίθηκε αναγκαίο να επανεξεταστεί η συνδρομή των τυπικών προϋποθέσεων υποβολής αίτησης. Διευκρινίζεται ότι όσοι οφειλέτες έχουν ήδη καταθέσει αίτηση για τη ρύθμιση των οφειλών τους με το Νόμο Κατσέλη και η υπόθεσή τους συζητείται μέχρι τις 19-02-2016 δεν υποχρεούνται να επικαιροποιήσουν τα στοιχεία του φακέλου τους, ούτε να προβούν μέχρι τότε σε κάποια άλλη ενέργεια παρά μόνο να δικάσουν την υπόθεσή τους στην καθορισμένη ημερομηνία. Σημειωτέον ότι η πρόβλεψη αυτή ισχύει για την οριστική δικάσιμο και όχι για την ημερομηνία συζήτησης της προσωρινής διαταγής.
Τα δικαιολογητικά που πρέπει να προσκομίσουν οι οφειλέτες (με αιτήσεις προγενέστερες της 19-08-2015) προσδιορίστηκαν με την ΚΥΑ 8986/2015 (ΦΕΚ 2208/Β/14-10-2015) ως ακολούθως:
α) αντίγραφο του Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας,
β) πρόσφατο Πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης,
γ) Ε1 του έτους 2015,
δ) εκκαθαριστικό σημείωμα του έτους 2015,
ε) τελευταία δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9),
στ) τυχόν καταστάσεις μισθοδοσίας ή εκκαθαριστικοί λογαριασμοί συντάξεων ή βεβαίωση ανεργίας του ΟΑΕΔ για το έτος 2015,
ζ) βεβαιώσεις οφειλών των πιστωτών με ημερομηνία έκδοσης μεταγενέστερη της 19-08-2015,
η) υπεύθυνη δήλωση για την πληρότητα και ορθότητα των καταστάσεων περιουσίας και μεταβιβάσεων,
θ) λοιπά έγγραφα κατά την κρίση του οφειλέτη.
Β) Προέλεγχος φακέλων από τις γραμματείες των Ειρηνοδικείων:
Στο άρθρο 4 του Νόμου, προβλέπεται τυπικός έλεγχος των απαιτούμενων εγγράφων από τη Γραμματεία του Ειρηνοδικείου εντός δύο ημερών από την κατάθεση της αίτησης από τον οφειλέτη. Σε περίπτωση που ο φάκελος της αίτησης είναι πλήρης, η Γραμματεία προσδιορίζει τις ημερομηνίες συζήτησης τόσο της κύριας αίτησης, όσο και της προσωρινής διαταγής. Εντούτοις, σε περίπτωση που ο φάκελος του οφειλέτη παρουσιάζει ελλείψεις (στο περιεχόμενο της αίτησης, ή σε έγγραφα κ.λπ.), η Γραμματεία καλεί τον αιτούντα (είτε εγγράφως, είτε με φαξ, είτε με e-mail) να συμπληρώσει τις ελλείψεις αυτές εντός 15ημερών από τη λήψη της σχετικής πρόσκλησης (η προθεσμία μπορεί να παραταθεί μέχρι ένα μήνα). Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του οφειλέτη προς τις υποδείξεις της Γραμματείας του Ειρηνοδικείου, και μετά την παρέλευση των 15 ημερών (είτε των 30 ημερών, αν παρατάθηκε η προθεσμία), η Γραμματεία θέτει την υπόθεση στο αρχείο.
Στη Γραμματεία κάθε Ειρηνοδικείου τηρείται αλφαβητικό αρχείο των προσώπων που έχουν υποβάλει αίτηση (επιπλέον, στο Ειρηνοδικείο Αθηνών τηρείται Γενικό Αρχείο για όλη τη χώρα).
Μετά την ισχύ του Ν. 4336/14-08-2015, οι δικαστικές προθεσμίες καθορίζονται ως ακολούθως:
-
-
Η δικάσιμος για τη συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της υποβολής της αίτησης.
-
Η επίδοση αντιγράφου της αίτησης στους πιστωτές γίνεται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης.
-
Η ημερομηνία επικύρωσης (κατά την οποία είτε επικυρώνεται ο ενδεχόμενος προδικαστικός συμβιβασμός από τον Ειρηνοδίκη, είτε συζητείται ενδεχόμενο αίτημα για την έκδοση προσωρινήςδιαταγής και τη λήψη προληπτικών μέτρων) προσδιορίζεται εντός δύο (2) μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης.
-
Η ακροαματική διαδικασία προσδιορίζεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έκδοση προσωρινής διαταγής.
-
Η αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων δεν μπορεί να παρατείνεται πέραν των έξι (6) μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης. Σε κάθε περίπτωση όμως, εφόσον δεν τηρούνταιοι παραπάνω προθεσμίες δίχως υπαιτιότητα του οφειλέτη, αυτός μπορεί να υποβάλει νέο σχετικό αίτημα με το οποίο θα επέρχεται αναστολή καταδιωκτικών μέτρων. Συνεπώς, σε περιπτώσεις που η ημερομηνία συζήτησης της αίτησης του οφειλέτη υπερβαίνει τους ανωτέρω έξι μήνες, ο οφειλέτης δεν θα διαθέτει πλέον προστασία της περιουσίας του μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσής του και θα πρέπει να αιτηθεί τη χορήγηση νέας προσωρινής διαταγής.
-
Οι παλαιοί αιτούντες, δηλαδή οφειλέτες που είχαν υποβάλει αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 και η υπόθεσή τους είχε προσδιοριστεί να συζητηθεί πέραν μιας τριετίας από το χρόνο έναρξης ισχύος του Ν. 4336/2015 (δηλ. από 19-08-2015), υποχρεούνται να υποβάλλουν, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος (ως 19-12-2015), αίτηση για επαναπροσδιορισμό της συζήτησης της υπόθεσής τους σε συντομότερη δικάσιμο, που θα λάβει χώρα υποχρεωτικά έως την 19-08-2018. Εάν δεν υποβληθεί σχετική αίτηση εντός του προβλεπόμενου διαστήματος, η δικάσιμοι επαναπροσδιορίζονται αυτεπαγγέλτως σε συντομότερη δικάσιμο, εντός τριετίας. Οι παραπάνω επαναπροσδιορισμοί δικασίμων γίνονται ατελώς για τον αιτούντα. Η διάταξη εισήχθη προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πλήθος των υποθέσεων που εκκρεμούν, καθώς η σύσταση νέων Τμημάτων στα Ειρηνοδικεία και οι προσλήψεις νέων Ειρηνοδικών, καθιστούν εφικτό τον ορισμό σύντομης δικασίμου για όλες τις υποθέσεις, η συζήτηση των οποίων έχει αρχικά προσδιοριστεί πέραν της τριετίας (επί της ουσίας πέραν του έτους 2018). Με τον ίδιο Νόμο τροποποιείται ο Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Δικαστικών Λειτουργών και συστήνονται Τμήματα σε Ειρηνοδικεία της Επικράτειας, για την ταχεία εκδίκαση υποθέσεων που εκκρεμούν.
Γ . Προδικαστικός Συμβιβασμός ενώπιον Ειρηνοδικείου, είτε
Προσωρινή διαταγή (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)
Όπως αναφέρθηκε, εντός δύο (2) μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης, προσδιορίζεται η ημερομηνία επικύρωσης (κατά την οποία είτε επικυρώνεται ο ενδεχόμενος προδικαστικός συμβιβασμός από τον Ειρηνοδίκη, είτε συζητείται ενδεχόμενο αίτημα για την έκδοση προσωρινής διαταγής και τη λήψη προληπτικών μέτρων). Οι πιστωτές έχουν προθεσμία ενός μηνός από την επίδοση της αίτησης για να καταθέσουν στο φάκελο τις απόψεις τους για το σχέδιο ρύθμισης των οφειλών του αιτούντος.
Ο προδικαστικός συμβιβασμός σπάνια επιτυγχάνεται διότι απαιτείται συμφωνία πιστωτών με απαιτήσεις άνω του 51% των οφειλών. Στους οποίους περιλαμβάνονται σε κάθε περίπτωση το σύνολο των πιστωτών με εμπραγμάτως εξασφαλισμένες απαιτήσεις και πιστωτές με απαιτήσεις που υπερβαίνουν το ήμισυ των τυχόν εργατικών απαιτήσεων.
Εάν δεν επέλθει συμβιβασμός και επικύρωση, ο Ειρηνοδίκης αποφασίζει, κατά την ημερομηνία επικύρωσης, κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη ή ενός εκ των πιστωτών που αναφέρονται στην αίτηση ή και αυτεπαγγέλτως για κάθε ζήτημα που χρήζει προσωρινής ρυθμίσεως.
Με τη διαδικασία αυτή μπορεί να διασφαλιστεί η περιουσία του οφειλέτη, να απαγορευθούν τα διωκτικά μέτρα εναντίον του (διαταγές πληρωμής, προσημειώσεις κλπ), υπό τον όρο της απαγόρευσης μεταβολής της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του και υποχρεώνεται να καταβάλει μηνιαίως ένα ποσό σε κάθε τράπεζα ή άλλο πιστωτή ανάλογο με τις οικονομικές του δυνατότητες μέχρι να γίνει η κύρια δίκη.
Δ. Κύρια Δίκη - Δικαστική ρύθμιση οφειλών:
Μετά την αποτυχία του ανωτέρω συμβιβασμού, που μπορεί να γίνει και μετά την ημέρα επικύρωσης μέχρι και την ημερομηνία συζήτησης της αίτησης, το Δικαστήριο ρυθμίζει ευνοϊκά την αποπληρωμή των χρεών του οφειλέτη που αποδεικνύει ότι δεν επαρκούν τα εισοδήματά του για την πλήρη κάλυψή τους και ότι δεν τελούσε σε δόλο ή βαρειά αμέλεια κατά τη δημιουργία τους.
Στις περιπτώσεις που εξαιτίας εξαιρετικών περιστάσεων, όπως χρόνια ανεργία χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη, σοβαρά προβλήματα υγείας, απορίας και άλλες αδυναμίες με αποτέλεσμα να αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του ικανοποιητικά, το Δικαστήριο προσδιορίσει μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές, ενώ μπορεί να ορίσει με την ίδια απόφαση, όχι νωρίτερα από πέντε μήνες, νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών (ή/και οριστική διαγραφή).
Σε κάθε περίπτωση οι οφειλέτες που θα καταβάλουν όλες τις μηνιαίες δόσεις που θα ορίσει το δικαστήριο απαλλάσσονται πλήρως από το υπόλοιπο των χρεών τους, με έκδοση δικαστικής αποφάσεως.
Από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης και ωσότου εκδικαστεί η υπόθεση και εκδοθεί η οριστική απόφαση, ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει στους πιστωτές ποσό ίσο με το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης του, με ελάχιστο ποσό τα 40 ευρώ (για το σύνολο των οφειλών). Στη συνέχεια το ύψος της δόσης προσδιορίζεται προσωρινά από τον Ειρηνοδίκη (είτε προς τα πάνω, είτε προς τα κάτω, ανάλογα με την περίπτωση), κατά την ημερομηνία που έχει δοθεί για την τυχόν επικύρωση προδικαστικού συμβιβασμού (εφ’ όσον έχει υποβληθεί αίτημα από τον οφειλέτη). Ο δανειολήπτης ξεκινά και δίνει την καταβολή αυτή από την κατάθεση της αίτησης στο Ειρηνοδικείο, ωσότου γίνει η δίκη και βγει η οριστική απόφαση. Ταυτόχρονα, με την κατάθεση της αίτησης, προστατεύεται η κινητή και ακίνητη περιουσία του οφειλέτη, αφού προβλέπεται ότι μπορεί να ζητηθεί η αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη και η διατήρηση της πραγματικής και νομική κατάστασης της περιουσίας του.
Με το Ν. 4336/14-08-2015, που τροποποίησε το Νόμο Κατσέλη, εισάγεται το κριτήριο των «εύλογων δαπανών διαβίωσης» όπως αυτές προσδιορίζονται με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους του Ν. 4224/2013 και μέχρις ότου εκδοθεί η ανωτέρω απόφαση όπως διαμορφώνονται από την ΕΛΣΤΑΤ.
Πιο συγκεκριμένα, το Δικαστήριο καθορίζει το ποσό που θα πρέπει να καταβάλλει κάθε μήνα ο οφειλέτης στους πιστωτές του αφού προηγουμένως αφαιρέσει από το μηνιαίο οικογενειακό του εισόδημα τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης του ιδίου και της οικογένειάς του. Αυτές, σύμφωνα με εισήγηση της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή καθορίζονται ως εξής: α) για έναν ενήλικα στο ποσό των 537 έως 682 ευρώ μηνιαίως, β) για δύο ενήλικες στο ποσό των 906 έως 1.160 ευρώ μηνιαίως, γ) για έναν ενήλικα με ένα τέκνο στο ποσό των 758 έως 962 ευρώ μηνιαίως, δ) για δύο ενήλικες με ένα τέκνο στο ποσό των 1.126 έως 1.440 ευρώ μηνιαίως, ε) για δύο ενήλικες με δύο τέκνα στο ποσό των 1.347 έως 1.720 ευρώ μηνιαίως, στ) για δύο ενήλικες με τρία τέκνα στο ποσό των 1.568 έως 2.000 ευρώ μηνιαίως και ζ) για δύο ενήλικες με τέσσερα τέκνα στο ποσό των 1.788 έως 2.280 ευρώ. Τα ως άνω ποσά των εύλογων δαπανών διαβίωσης υπολογίζονται καθαρά, δηλαδή μετά την αφαίρεση των φόρων.
Ταυτόχρονα προβλέπεται ότι, σε κάθε στάδιο, το τυχόν υπερβαίνον τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, αποδίδεται στους πιστωτές του οφειλέτη, μέσω των μηνιαίων καταβολών, που ορίζονται για χρονικό διάστημα τριών ετών.
Για όσους είχαν καταθέσει αίτηση πριν από την 19-08-2015, ο χρόνος αποπληρωμής μπορεί να οριστεί από το Δικαστήριο για χρονικό διάστημα τριών έως πέντε ετών.
Σε περίπτωση που κατά τη διάρκεια της περιόδου ρύθμισης περιέλθουν στον οφειλέτη περιουσιακά στοιχεία αιτία θανάτου, ο οφειλέτης υποχρεούται να διαθέσει για την ικανοποίηση των πιστωτών το ήμισυ της αξίας αυτών.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως χρόνια ανεργία χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη, σοβαρά προβλήματα υγείας, ανεπαρκές εισόδημα για την κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών του οφειλέτη κ.λπ. μπορεί να οριστούν μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές.
Εφ’ όσον υπάρχει ρευστοποιήσιμη περιουσία και κριθεί απαραίτητη από το Δικαστήριο η εκποίησή της για την ικανοποίηση των πιστωτών, με τη δικαστική απόφαση ορίζεται εκκαθαριστής. Πολύ συχνά τα Δικαστήρια εξαιρούν από την εκποίηση περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, όταν κρίνουν ότι δεν έχουν μεγάλη εμπορική ή αντικειμενική αξία και δεν πρόκειται να προκαλέσουν αγοραστικό ενδιαφέρον, ούτε θα αποφέρουν κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτών λαμβανομένων υπ’ όψιν και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κ.λπ.).
-
Πως προστατεύεται η κύρια κατοικία:
Ο Νόμος Κατσέλη προβλέπει την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του δανειολήπτη από την υπό ρευστοποίηση περιουσία του, εφόσον υποβάλει σχετικό αίτημα ο οφειλέτης (το ακίνητο μπορεί να είναι βεβαρημένο ή μη με εμπράγματη ασφάλεια).
Με την προϊσχύουσα διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 9 του Ν. 3869/2010, η προστασία της κύριας κατοικίας εκτείνεται σε αντικειμενική αξία κύριας κατοικίας ύψους ίσου με το αφορολόγητο ποσό αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας, συν πενήντα τοις εκατό (50%). Προστατεύονται δηλαδή σπίτια με αντικειμενική αξία μέχρι 300.000 ευρώ για τους άγαμους (200.000 αφορολόγητο + 50%), μέχρι 375.000 ευρώ για τους έγγαμους και μέχρι 450.000 ευρώ για τις οικογένειες με δύο παιδιά.
Με την τροποποιημένη διάταξη (μετά το Ν. 4336/2015), ως κριτήρια για την προστασία της πρώτης κατοικίας καθορίζονται: α) το εισόδημα του οφειλέτη, β) η αξία της πρώτης κατοικίας και γ) το ύψος του συνόλου των οφειλών. Παρέχεται δε, νομοθετική εξουσιοδότηση σε έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης, με την οποία θα καθορίζονται τα όρια των παραπάνω κριτηρίων. Έως την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης, σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 2, εξακολουθεί να εφαρμόζεται η αρχική διάταξη (αντικειμενική αξία κύριας κατοικίας ύψους ίσου με το αφορολόγητο ποσό αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας, συν πενήντα τοις εκατό (50%).
Η διάρκεια αποπληρωμής δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 20 έτη, εκτός αν η διάρκεια των συμβάσεων δυνάμει των οποίων χορηγήθηκαν πιστώσεις στον οφειλέτη ήταν μεγαλύτερη των 20 ετών, οπότε ο Ειρηνοδίκης μπορεί να προσδιορίσει μεγαλύτερη διάρκεια, με απώτατο όριο τα 35 έτη.
Ειδικά για τους οφειλέτες που έχουν υποβάλει αίτηση μέχρι την 19-08-2015, ο δείκτης για το κούρεμα του χρέους (στην περίπτωση προστασίας της κύριας κατοικίας) ορίζεται σε ποσοστό 80% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου που προστατεύεται. Για όσους η αίτηση κατατέθηκε μετά την 19-08-2015, το αν γίνεται κούρεμα ή όχι θα εξαρτάται καθαρά από τα οικονομικά - εισοδηματικά κριτήρια του αιτούντος - τη δόση που θα αποφασίζεται και τα έτη αποπληρωμής.
4.α. Τι ισχύει από 01-01-2016 (ιδίως για την προστασία της κύριας κατοικίας):
Με το Ν. 4346/2015 «Επείγουσες ρυθμίσεις για την εφαρμογή της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 152/Α/20-11-2015) εισήχθησαν αλλαγές σχετικά με την προστασία Α' Κατοικίας, οι οποίες θα ισχύσουν μόνο για τις νέες αιτήσεις που θα κατατεθούν μετά την 01/01/2016. Τα κύρια σημεία τους είναι τα εξής:
-
Η προστασία της κατοικίας μπορεί να ζητηθεί ως 31-12-2018. Δηλαδή, όσοι έχουν κατοικία και θέλουν να την κρατήσουν πρέπει να υποβάλλουν αίτηση στο Δικαστήριο έως 31-12-2018.
-
Για την προστασία του ακινήτου, θα πρέπει να πληρούνται σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:
-
-
Το συγκεκριμένο ακίνητο θα πρέπει να χρησιμεύει ως κύρια κατοικία,
-
Το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό εισόδημα του οφειλέτη δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης (βλ. παραπάνω), προσαυξημένες κατά 70%. Δηλαδή, τα εισοδηματικά κριτήρια, με τα σημερινά δεδομένα, προσδιορίζονται ως ακολούθως:
-
Για ένα άτομο από 912,9 μέχρι 1.159,4 ευρώ,
Για δύο άτομα από 1.540,20 μέχρι 1.972 ευρώ,
Για ζευγάρι με ένα παιδί από 1.914,20 μέχρι 2.448 ευρώ,
Για ζευγάρι με δύο παιδιά από 2.289,90 μέχρι 2.924 ευρώ,
Για ζευγάρι με τρία παιδιά από 2.665,60 μέχρι 3.400 ευρώ.
-
-
Τα όρια προστασίας με βάση την αξία του ακινήτου μειώνονται και η αντικειμενικής αξία της κατοικίας (κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης) δεν πρέπει να υπερβαίνει:
-
-
-
για 1 άτομο ως 180 χιλιάδες
-
-
-
για 2 άτομα ως 220 χιλιάδες
-
-
-
για 3 άτομα ως 240 χιλιάδες
-
-
-
για 4 άτομα ως 260 χιλιάδες
-
-
-
από 5 άτομα και πάνω 280 χιλιάδες
-
-
-
Ο οφειλέτης θα πρέπει να είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, όπως ορίζεται από τον Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών.
-
Εισάγεται ως κριτήριο για την προστασία της κατοικίας το αν από την κατάσχεσή της ωφελούνται περισσότερο ή λιγότερο οι τράπεζες, καθώς τίθεται ως βάση του ποσού που θα λάβουν, δυνάμειτου σχεδίου ρύθμισης, το ποσό το οποίο θα ελάμβαναν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης της κύριας κατοικίας του οφειλέτη. Αναμένεται απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος που θαπροσδιορίζει τους σχετικούς δείκτες.
-
4.β. Τι ισχύει ειδικότερα για τους οικονομικά ευάλωτους οφειλέτες:
Οι οικονομικά ευάλωτοι οφειλέτες (το εισόδημά τους είναι ίσο ή μικρότερο από τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης) έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν από το Ελληνικό Δημόσιο τη μερική κάλυψη του ποσού της μηνιαίας καταβολής, το οποίο ορίζει το Δικαστήριο, στην περίπτωση που τα εισοδήματά τους δεν αρκούν.
Σύμφωνα με το Ν. 4346/2015 οι οικονομικά ευάλωτοι οφειλέτες ενυπόθηκου στεγαστικού δανείου (υπολογίζεται ότι αφορά περί τα 58.000 νοικοκυριά) είναι όσοι πληρούν σωρευτικά τις εξής προϋποθέσεις:
-
Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του δεν υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ για έναν άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά 40.000 ευρώ για τον έγγαμο (δηλαδή 160.000 ευρώ) και κατά 20.000 ευρώ ανά παιδί, μέχρι τρία παιδιά. Δηλαδή, ένα ζευγάρι με δύο παιδιά θα πρέπει να έχει σπίτι με αντικειμενική αξία έως 200.000 ευρώ και αν έχει τρία παιδιά μέχρι 220.000 ευρώ.
-
Το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό τους εισόδημα υπολείπεται ή είναι ίσο των ευλόγων δαπανών διαβίωσης. Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, το μηνιαίο εισόδημα αυτό είναι για έναν άγαμο μέχρι 682 ευρώ, για ένα ζευγάρι μέχρι 1.160 ευρώ, για ένα ζευγάρι με ένα παιδί έως 1.440 ευρώ, για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά έως 1.720 ευρώ και για ένα ζευγάρι με τρία παιδιά έως 2.000 ευρώ το μήνα.
-
Βρίσκονται σε πραγματική αδυναμία πληρωμής των μηνιαίων καταβολών, όπως αυτές ορίζονται από το σχέδιο ρύθμισης.
Η συνεισφορά του Ελληνικού Δημοσίου δεν μπορεί να υπερβαίνει σε διάρκεια τα τρία έτη και καταβάλλεται στους πιστωτές υπό την προϋπόθεση ότι ο οφειλέτης παραμένει συνεπής στην καταβολή της ελάχιστης συνεισφοράς. Η συμμετοχή του Δημοσίου περιορίζεται μόνο στις οφειλές που προκύπτουν από στεγαστικό δάνειο πρώτης κατοικίας.
Με την ΚΥΑ 130377/15-12-2015 των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Οικονομικών (ΦΕΚ 2723/Β/16-12-2015) καθορίστηκε η ελάχιστη συνεισφορά του οφειλέτη ως εξής (η σχετική αίτηση του οφειλέτη υποβάλλεται ηλεκτρονικά, εντός αποκλειστικής προθεσμίας 30 ημερολογιακών ημερών από τη δημοσίευση της δικαστικής απόφασης):
Για οικογενειακό εισόδημα (αφού αφαιρεθούν οι φόροι και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης) ως 8.000 ευρώ, ο οφειλέτης καταβάλει κατ’ ελάχιστο 5% του διαθέσιμου εισοδήματός του, ενώ για εισόδημα άνω των 8.000 ευρώ, ο οφειλέτης καταβάλει 10% επί του υπερβάλλοντος.
-
Πότε χάνεται η ρύθμιση:
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης καθυστερεί την καταβολή των δόσεων που ορίζονται από τον ειρηνοδίκη, με συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικώς την αξία τριών μηνιαίων δόσεων (εντός του ιδίου έτους), το αρμόδιο δικαστήριο διατάσσει την ανάκληση της προσωρινής διαταγής, με την οποία ορίστηκε η καταβολή των δόσεων, ή την ανάκληση κάθε άλλου προληπτικού ή ανασταλτικού μέτρου. Η αίτηση του πιστωτή για την ανάκληση κατατίθεται το αργότερο εντός τεσσάρων μηνών από τη δημιουργία του λόγου ανάκλησης.
-
Μεταγενέστερη αλλαγή των συνθηκών:
Η Δικαστική απόφαση που όρισε τη ρύθμιση των οφειλών μπορεί να τροποποιηθεί ως προς το ύψος των μηνιαίων καταβολών, όταν αυτό δικαιολογείται από μεταγενέστερα γεγονότα ή μεταβολές της περιουσιακής κατάστασης και των εισοδημάτων του οφειλέτη. Η σχετική αίτηση μπορεί να υποβληθεί είτε από τον οφειλέτη, είτε από πιστωτή.
-
Εγγυητές:
Με την παραπάνω διαδικασία, δεν θίγονται τα δικαιώματα των πιστωτών έναντι συνοφειλετών ή εγγυητών του οφειλέτη. Ταυτόχρονα, ο οφειλέτης απαλλάσσεται έναντι των εγγυητών και άλλων συνυποχρέων. Επομένως, εάν κάποιος είναι εγγυητής ή συνοφειλέτης και στο πρόσωπό του συντρέχουν επίσης οι προϋποθέσεις για ρύθμιση οφειλών (αδυναμία πληρωμής κ.λπ.), τότε θα πρέπει να προσφύγει και αυτός στην ίδια διαδικασία. Κατά περίπτωση, είναι δυνατή και η από κοινού άσκηση κύριου οφειλέτη και συνοφειλετών ή/και εγγυητών.
-
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΑΧΕΙΑΣ ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗΣ ΜΙΚΡΟ-ΟΦΕΙΛΩΝ:
Με τον πρόσφατο Ν. 4336/2015 (άρθρο 1 παρ. 13) προστέθηκε άρθρο 5α στο Ν. 3869/2010, το οποίο προβλέπει διαγραφές δανείων έως 20.000 € με διαδικασίες εξπρές για πολίτες που βρίσκονται στην ανέχεια. Πρόκειται για τη διαδικασία «Ταχείας Διευθέτησης Μικρο-οφειλών», η οποία απευθύνεται κυρίως σε πολύ φτωχά νοικοκυριά, χωρίς περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα, που θα μπορούν αρχικά να παγώσουν για 18 μήνες και εν συνεχεία να διαγράψουν οριστικά χρέη μέχρι 20.000 ευρώ τα οποία συνήθως αφορούν καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες χωρίς προσημειώσεις.
Για την εφαρμογή αυτής της διαδικασίας θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης υπαγωγής:
α. Σύνολο οφειλών μέχρι 20.000 ευρώ, περιλαμβανομένων τόκων, εξόδων και πάσης φύσεως προσαυξήσεων (δηλαδή οι οφειλές που περιλαμβάνονται στην αίτηση να συνιστούν το σύνολο των υποχρεώσεων του οφειλέτη).
β. Οι παραπάνω οφειλές να μην εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του Ν. 3869/2010. Δηλαδή, εξαιρούνται οφειλές αιτία των οποίων είναι τυχόν αδίκημα οφειλόμενο σε δόλο, βαριά αμέλεια (αδικοπραξία) ή σε χρηματικές ποινές ή διοικητικά πρόστιμα, οφειλές που αφορούν υποχρεώσεις διατροφής συζύγου ή ανηλίκου τέκνου ή που έχουν δημιουργηθεί κατά το τελευταίο έτος πριν την κατάθεση της αίτησης.
γ. Ο οφειλέτης δεν πρέπει να διαθέτει ακίνητη περιουσία, ούτε να έχει μεταβιβάσει ή εκποιήσει ακίνητη περιουσία την τελευταία τριετία πριν την κατάθεση της αίτησης.
δ. Το σύνολο της λοιπής περιουσίας τους, συμπεριλαμβανομένων τυχών καταθέσεων (είτε ως δικαιούχου, είτε ως συνδικαιούχου) δεν πρέπει να υπερβαίνει σε αξία τα 1.000 ευρώ.
ε. Δεν πρέπει να υπάρχουν εμπραγμάτως εξασφαλισμένοι ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο ασφαλισμένοι πιστωτές.
στ. Τα πάσης φύσεως εισοδήματα του οφειλέτη καθ’ όλη τη διάρκεια του τελευταίου έτους πριν από την ημέρα της επικύρωσης να είναι μηδενικά.
ζ. Ο οφειλέτης θα πρέπει να είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, όπως η έννοια προσδιορίζεται στον Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών – Η προϋπόθεση θα λαμβάνεται υπόψη για αιτήσεις που θα υποβληθούν από το 2016, δεδομένου ότι ο Κώδικας Δεοντολογίας Τραπεζών τίθεται σε εφαρμογή σταδιακά.
Για οφειλέτες που πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις, προβλέπεται :
- Άμεση διαγραφή οφειλών.
- Περίοδος επιτήρησης δεκαοκτώ (18) μηνών, κατά την οποία εάν υπάρξει οποιαδήποτε μεταβολή της περιουσιακής τους κατάστασης οφείλουν να ενημερώσουν τους πιστωτές τους και το Δικαστήριο. Επίσης, κατά την περίοδο επιτήρησης οι πιστωτές νομιμοποιούνται να ενημερώσουν το δικαστήριο για οποιαδήποτε μεταβολή της περιουσιακής κατάστασης του οφειλέτη περιέλθει σε γνώση τους.
- Σε περίπτωση μεταβολής της περιουσιακής κατάστασης, οι οφειλέτες νομιμοποιούνται να ζητήσουν μεταρρύθμιση της δικαστικής απόφασης, έτσι ώστε να μπορούν να εφαρμοστούν οι λοιπές διατάξεις του Ν. 3869/2010, προτείνοντας σχέδιο αποπληρωμής.
- Τυχόν απόκρυψη περιουσιακής μεταβολής από τον οφειλέτη, κατά την περίοδο επιτήρησης, επιφέρει άρση διαγραφής και τις προβλεπόμενες στο Ν. 3869/2010 κυρώσεις σε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης ειλικρίνειας.
- Μετά τη λήξη της περιόδου επιτήρησης, η νομική κατάσταση της υπερχρέωσης του οφειλέτη αίρεται.
-
Πλεονεκτήματα από την εφαρμογή της διαδικασίας του Νόμου: