Η επίθεση στο Περλ Χάρμπορ (ΑΡΧΑΙΩΝ ΤΟΠΟΣ)

2017-02-03 02:32
Ο Δεκέμβριος του 1941 ήταν το σημείο καμπής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου: η προέλαση του ανίκητου, μέχρι τότε, γερμανικού στρατού στο Ανατολικό Μέτωπο ανακόπτεται, ενώ οι Σύμμαχοι χρησιμοποιούν τον λεγόμενο «διάδρομο του Ιράν», που στο μεταξύ είχαν κατακτήσει, για να ανεφοδιάσουν τον Κόκκινο Στρατό, που υπερασπιζόταν τη Σοβιετική Ένωση. Ταυτόχρονα, η Ιαπωνία υποπίπτει στο πιο καθοριστικό στρατηγικό λάθος της αναμέτρησης, με την απόφασή της να επιτεθεί στο ναύσταθμο του αμερικανικού στόλου στο Περλ Χάρμπορ, προκαλώντας έτσι την είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο.
 

 

 
 

Το Περλ Χάρμπορ είναι ένας μικρός όρμος που βρίσκεται στο νησί της Χαβάης. Εκεί ήταν αγκυροβολημένος ο στόλος του Ειρηνικού των ΗΠΑ, πριν την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Αν και η επιλογή της επίθεσης θεωρήθηκε από το Τόκιο εκ των πραγμάτων επιβεβλημένη, για να εξυπηρετηθούν τα ιαπωνικά σχέδια για κυριαρχία στη ΝΑ Ασία, τελικά το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο: η ιαπωνική νίκη στο Περλ Χάρμπορ δεν οδήγησε τελικά στη συντριβή της αναδυόμενης υπερδύναμης, που κατάφερε γρήγορα να ανασυντάξει τις δυνάμεις της και να γείρει αποφασιστικά την πλάστιγγα της αναμέτρησης προς την πλευρά των Συμμάχων. Με άλλα λόγια, το Περλ Χάρμπορ σήμανε την έναρξη της αντίστροφης μέτρησης για τις δυνάμεις του Άξονα…

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Η ανάδειξη της Ιαπωνίας σε σημαντική περιφερειακή δύναμη στην Άπω Ανατολή συντελέσθηκε σταδιακά, από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, χάρη στην επιτυχή διοικητική και οικονομική προσαρμογή στις απαιτήσεις της βιομηχανικής εποχής, την αποτελεσματικότητα της ιαπωνικής στρατιωτικής μηχανής, αλλά και τις ευφυείς στρατηγικές επιλογές του Τόκιο: επικράτηση στον πόλεμο με την Κίνα (1894-1895) και τη Ρωσία (1904-1905), σύναψη συμμαχίας με τη Βρετανία (1902), και σύμπλευση με τις δυνάμεις της Αντάντ (1914-1918). Έτσι, μετά το τέλος του Πολέμου, η Ιαπωνία διέθετε σύγχρονη βιομηχανία, ισχυρό ναυτικό, άρτια οργανωμένο στρατό και μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν από τη νότια Σαχαλίνη και την Κορέα ως την Ταϊβάν και τα νησιά του Ειρηνικού. Μάλιστα, στη συνδιάσκεψη της Ουάσιγκτον (1921-1922), η Ιαπωνία ήταν μια από τις πέντε ναυτικές δυνάμεις που διαβουλεύθηκαν και συμφώνησαν συγκεκριμένα πλαίσια για την ανάπτυξη των θωρηκτών τους (το Τόκιο συγκαταλεγόταν πια μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων).

Ρωσο-ιαπωνικός πόλεμος

ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1920
Τη δεκαετία του 1920, το Τόκιο βρέθηκε αντιμέτωπο με νέες προκλήσεις. Ύστερα από μια περίοδο διπλωματικής απομόνωσης, η Σοβιετική Ένωση προσπάθησε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ανατολική Ασία, γεγονός που μοιραία την έφερε αντιμέτωπη με την Ιαπωνία. Παράλληλα, η άνοδος του κινεζικού εθνικισμού προκάλεσε τις έντονες ανησυχίες του Τόκιο, αφού στόχος των Κινέζων εθνικιστών ήταν η απαλλαγή της χώρας από την επιρροή τόσο των ευρωπαϊκών αποικιοκρατικών δυνάμεων όσο και της Ιαπωνίας. Τέλος, το γεγονός ότι δεν διέθετε αυτάρκεια σε πρώτες ύλες καθιστούσε την Ιαπωνία εξαρτημένη από την αγορά των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ολλανδίας (οι 3 τελευταίες δυνάμεις έλεγχαν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της ΝΑ Ασίας). Έτσι, όταν ξέσπασε η κρίση του 1929, η απόφαση των δυτικοευρωπαϊκών κυβερνήσεων να επιβάλλουν δασμολογική προστασία για τα προϊόντα των αποικιών τους αποτέλεσε ισχυρό πλήγμα για την ιαπωνική οικονομία.

Σανγκάι. οδός Nanking (1930)

ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1930
Το γεγονός αυτό διευκόλυνε την απόφαση του ιαπωνικού στρατού να προχωρήσει το 1931-1933 στην επίθεση εναντίον του κινεζικού εδάφους, την κατάληψη της Μαντζουρίας και την ίδρυση ενός κράτους-μαριονέτας, του Mantsukuo.

Προπαγανδιστικό πόστερ φτιαγμένο για το κράτος του Mantsukuo

Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930, η επικράτηση ακραίων στοιχείων στους κόλπους του ιαπωνικού στρατού, με ισχυρές επεκτατικές βλέψεις, που ήθελαν τη σύγκρουση με την Κίνα και την ΕΣΣΔ, οδηγούσε την Ιαπωνία σε μια επιθετική πολιτική. Πράγματι, τον Αύγουστο του 1938 και τον Μάιο του 1939, ιαπωνικά και σοβιετικά στρατεύματα συγκρούστηκαν κατά μήκος των συνόρων της Μαντζουρίας με τη Μογγολία και την ΕΣΣΔ, ενώ το 1937 ιαπωνικές δυνάμεις επιτέθηκαν κατά της Κίνας, σηματοδοτώντας την έναρξη του σινοϊαπωνικού πολέμου.

Στο διπλωματικό πεδίο, η συνομολόγηση του συμφώνου κατά της Κομιντέρν, ανάμεσα στην Ιαπωνία και τη ναζιστική Γερμανία, το Νοέμβριο του 1936, συνέβαλε στην ενίσχυση της συνεργασίας των δύο κρατών. Η επεκτατική πολιτική του Τόκιο ήταν επόμενο να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια των ΗΠΑ. Υπέρμαχος των κανόνων του ελεύθερου εμπορίου και της πολιτικής των «ανοιχτών θυρών» προς την Κίνα, η Ουάσιγκτον αντιμετώπιζε με καχυποψία την εγκαθίδρυση ζωνών προνομιακής οικονομικής εκμετάλλευσης. Επιπλέον, έχοντας προβεί σε δραματική μείωση του πολεμικού της ναυτικού, η αμερικανική ηγεσία έβλεπε με ανησυχία την άνοδο της ιαπωνικής ισχύος στον Ειρηνικό. Έτσι, παρά το γεγονός ότι η νομοθεσία περί ουδετερότητας δεν επέτρεπε στις ΗΠΑ να επέμβουν σε συγκρούσεις τρίτων κρατών, η Ουάσιγκτον ενίσχυσε φανερά την πολεμική προσπάθεια της Κίνας μετά το 1937.
Χάρτης ιαπωνικής κατοχής
ΑΡΧΕΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 1940

Το 1940, η κατάληψη της Ολλανδίας και της Γαλλίας από τον γερμανικό στρατό και η διαφαινόμενη κατάρρευση της Βρετανίας πρόσφεραν μοναδική ευκαιρία στο Τόκιο να επεκτείνει την επιρροή του στη ΝΑ Ασία. Η προοπτική αυτή προκάλεσε νέες ανησυχίες στον Αμερικανό πρόεδρο Φραγκλίνο Ρούζβελτ: αν οι Γερμανοί επικρατούσαν στη μάχη της Αγγλίας και έθεταν υπό τον έλεγχό τους το Βασιλικό Ναυτικό, θα επέκτειναν την κυριαρχία τους στον Ατλαντικό, θέτοντας σε κίνδυνο την αμερικανική ασφάλεια. Καθώς οι πλουτοπαραγωγικές πηγές στη ΝΑ Ασία ήταν ζωτικής σημασίας για τη συνέχιση της βρετανικής αντίστασης, οι ΗΠΑ πήραν μέτρα για να παρεμποδίσουν την ιαπωνική επέκταση: ακύρωση της αμερικανοϊαπωνικής συνθήκης εμπορίου, μετακίνηση του στόλου του Ειρηνικού στο Περλ Χάρμπορ των νησιών Χαβάη, μείωση των εξαγωγών προς την Ιαπωνία και οικονομική ενίσχυση της Κίνας. Η Ιαπωνία από την πλευρά της υπέγραψε τον Σεπτέμβριο του 1940 το «τριμερές σύμφωνο» με τη Γερμανία και την Ιταλία, ενισχύοντας τους δεσμούς της με τις δυνάμεις του Άξονα.

Η γερμανική επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης, τον Ιούνιο του 1941, άλλαξε δραματικά τα δεδομένα στην Άπω Ανατολή. Έχοντας υπογράψει από τον Απρίλιο του 1941 σύμφωνο ουδετερότητας με τη Μόσχα, το Τόκιο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εξάλειψη της σοβιετικής απειλής στον Βορρά θα επέτρεπε την επέκταση της Ιαπωνίας στο Νότο. Σαν πρώτο βήμα της στρατηγικής αυτής, ιαπωνικά στρατεύματα κατέλαβαν τον Ιούλιο τη γαλλική Ινδοκίνα, εκδιώκοντας ουσιαστικά τους Γάλλους από εκεί. Οι ΗΠΑ εξακολουθούσαν να αντιλαμβάνονται ως μεγαλύτερο κίνδυνο για την αμερικανική ασφάλεια τη Γερμανία. Θεωρώντας, όμως, εξίσου καθοριστική τη διατήρηση των ευρωπαϊκών αποικιών εκτός της ιαπωνικής σφαίρας επιρροής, επέβαλαν εμπάργκο στην εξαγωγή πετρελαίου προς την Ιαπωνία.

ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΣΤΟΝ ΕΙΡΗΝΙΚΟ
Οι Ιάπωνες, ωστόσο, δεν είναι διατεθειμένοι να απεμπολήσουν τις κατακτήσεις τους, ούτε να εγκαταλείψουν την επεκτατική τους πολιτική. Σε γενικές γραμμές, το σκεπτικό τους είναι το εξής: Η Ιαπωνία, κατά το 90% της βιομηχανικής παραγωγής της, εξαρτάται από πόρους εκτός της χώρας, που τώρα με το εμπάργκο πρέπει να βρεθούν εντός της ιαπωνικής επικράτειας. Έτσι, όσο πιο γρήγορα αρχίσει η κατάκτηση πλουτοπαραγωγικών πηγών, τόσο καλύτερα. Οι στρατιωτικοί στο Τόκιο σκέπτονται ότι οι ΗΠΑ ασφαλώς θα αντιδράσουν σε αυτό, όπως έχουν ήδη κάνει. Κατά συνέπεια, αργά ή γρήγορα, θα εμπλακούν σε πόλεμο. Όμως, το εμπάργκο θέτει και το πρόβλημα των καυσίμων: Η Ιαπωνία έχει δημιουργήσει αποθέματα επαρκή για επιχειρήσεις για ένα χρόνο. Αν μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα δεν επιτύχει τους στόχους της, τότε θα βρεθεί, παρά τον πανίσχυρο στόλο και τη λαμπρή της αεροπορία, σε πολύ δύσκολη θέση. Με τα αποθέματα του πετρελαίου να εξαντλούνται σύντομα, το Τόκιο βρέθηκε μπροστά σ’ ένα δίλημμα καθοριστικό: θα προχωρούσε σε αποκατάσταση των σχέσεων με την Ουάσιγκτον με τίμημα την εγκατάλειψη της επέκτασης στη νοτιοανατολική Ασία; Μια τέτοια επιλογή θα κινδύνευε, από τη σκοπιά των ιθυνόντων, να καταστήσει την Ιαπωνία εξαρτημένη από τις αμερικανικές στρατηγικές επιλογές και αποφάσεις. Ή μήπως θα καταλάμβανε τις πετρελαιοπηγές των ολλανδικών Ανατολικών Ινδιών ρισκάροντας τον πόλεμο με τις ΗΠΑ; Το Τόκιο επιλέγει τη δεύτερη πορεία.

Ο αρχηγός του ιαπωνικού στόλου, ναύαρχος Ιζορόκου Γιαμαμότο, προτείνει στην ηγεσία του Τόκιο την καταστροφή του αμερικανικού στόλου του Ειρηνικού, που εδρεύει στο Περλ Χάρμπορ, χωρίς να προηγηθεί κήρυξη πολέμου. Και αυτό πριν εξαντληθούν τα αποθέματα πετρελαίου και πριν οι ΗΠΑ ολοκληρώσουν το ναυτικό τους πρόγραμμα, που προέβλεπε τον διπλασιασμό και εκσυγχρονισμό του πολεμικού τους ναυτικού. Αν ο στόχος επιτευχθεί, η Ιαπωνία θα έχει απόλυτη ελευθερία κινήσεων σε όλο τον Ειρηνικό. Ο Γιαμαμότο υποστήριζε ότι, μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, οι ΗΠΑ θα χρειάζονταν 1-2 χρόνια για την επισκευή του στόλου τους. Το διάστημα αυτό η Ιαπωνία θα προχωρούσε στην κατάληψη της ΝΑ Ασίας και θα διαπραγματευόταν με την Ουάσιγκτον από θέση ισχύος. Μετά από αρκετούς δισταγμούς, το Γενικό Επιτελείο αποδέχεται το σχέδιο του Γιαμαμότο για επίθεση στο Περλ Χάρμπορ. Οι Αμερικανοί δεν περίμεναν να τους επιτεθούν οι Ιάπωνες, επειδή πίστευαν ότι τα πλοία τους δεν ήταν ευάλωτα σε τορπίλες, αφού τα νερά ήταν ρηχά. Όμως, οι Ιάπωνες καινοτόμησαν και στον τομέα αυτόν και οι Αμερικανοί υπέστησαν στρατηγικό και τακτικό αιφνιδιασμό.

Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Για την επίτευξη του στόχου ο Γιαμαμότο κρίνει ότι απαιτείται πολύ προσεκτική προετοιμασία και άριστη εκπαίδευση των αεροπόρων που θα συμμετάσχουν. Επιλέγεται, ως τόπος εκπαίδευσης, η ακτή της Καγκοσίμα (Kagoshima Bay) λόγω των ομοιοτήτων που παρουσιάζει με το Περλ Χάρμπορ. Οι πιλότοι εκπαιδεύονται εντατικά, ωστόσο παρουσιάζεται μια τεχνική δυσχέρεια: Η απόφαση συμμετοχής τορπιλοβόλων αεροπλάνων είναι ήδη ειλημμένη, αλλά μια τορπίλη που ρίχνεται από αεροπλάνο βυθίζεται περίπου 20 μέτρα και ύστερα ανεβαίνει καθώς πλησιάζει το στόχο της. Το Περλ όμως έχει μόνο 12 μέτρα βάθος. Κατά συνέπεια οι τορπίλες δεν θα πλήξουν στόχους, αλλά θα «καρφωθούν» στο βυθό. Την επίλυση του προβλήματος αναλαμβάνει ο πλωτάρχης Μινόρου Γκέντα. Με υπόδειξή του, κατασκευάζονται τορπίλες με ειδικά πτερύγια ανάσχεσης της βύθισης, οι οποίες έγινε δυνατό να παραδοθούν μόλις δύο ημέρες πριν την αναχώρηση του στόλου. Η επιτυχία τους δεν είναι ιδιαίτερα εξασφαλισμένη, καθώς δεν υπήρχε επαρκής χρόνος για δοκιμές. Η πράξη, όμως, έδειξε ότι η σχεδίαση ήταν απόλυτα επιτυχής.

Από την πλευρά των Αμερικανών δεν υπάρχει η παραμικρή ανησυχία. Η αμερικανική διοίκηση θεωρεί ότι η Χαβάη απέχει πολύ από τις ιαπωνικές βάσεις, ώστε οι Ιάπωνες να τολμήσουν εναντίον της οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια. Κατά συνέπεια, δεν τοποθετούν τα ανθυποβρυχιακά δίκτυα, ούτε απλώνουν επάνω από τη βάση το φράγμα αεροστάτων. Το τελευταίο γίνεται ύστερα από παραίνεση του Γενικού Επιτελείου, που συνιστά να αποφεύγεται η λήψη μέτρων που θα μπορούσαν να ανησυχήσουν τον αμερικανικό πληθυσμό. Τα σκάφη, όπως συνηθίζεται, είναι ελλιμενισμένα το Σαββατοκύριακο, για να μη στερηθούν οι αμερικανοί ναύτες την έξοδό τους.

Η αντιαεροπορική άμυνα δεν ενισχύεται (είναι επαρκής για την αντιμετώπιση αεροπορικής επίθεσης) ούτε καμουφλάρονται οι εγκαταστάσεις της βάσης, τα αεροδρόμια ή οι δεξαμενές καυσίμων. Κανείς δεν υποπτεύεται ότι ένα ιαπωνικό κατασκοπευτικό δίκτυο μεταδίδει πληροφορίες υπό μορφή καθημερινών προγραμμάτων τοπικού ραδιοφωνικού σταθμού. Η βάση συνεχίζει την ειρηνική της ζωή με βάση το σκεπτικό «αυτό δεν πρόκειται να συμβεί σε μένα!» («It will not happen to me!»). Έτσι, ο Ναύαρχος Χάσμπαντ Κίμελ (Husband E. Kimmel) κι ο Στρατηγός Γουόλτερ Σορτ (Walter C. Short) δεν έχουν λάβει κανένα απολύτως μέτρο για την προστασία της βάσης, εκτός από την επαύξηση της επαγρύπνησης εναντίον δολιοφθορών από τον εντόπιο ιαπωνικής καταγωγής πληθυσμό. Η κατοπινή παραπομπή τους σε Στρατοδικείο δεν θα αποκαλύψει παρά μόνο την άγνοια της αμερικανικής ηγεσίας προς τα διεθνώς τεκταινόμενα της εποχής.

Οι Αμερικανοί, όμως, έχουν ένα σοβαρό στρατηγικό πλεονέκτημα: Έχουν καταφέρει να αποκρυπτογραφήσουν τον ιαπωνικό κώδικα ανταλλαγής μηνυμάτων. Έτσι, η Ουάσιγκτον πληροφορείται την επίθεση, όταν, όμως, στέλνει το σήμα συναγερμού στο Περλ είναι ήδη αργά. Διαθέτουν, επίσης, ραντάρ. Η δυσπιστία, όμως, των αξιωματικών προς τη νέα αυτή εφεύρεση είναι τόση, ώστε η προειδοποίηση της επίθεσης από το ραντάρ απλά αγνοήθηκε. Επίσης, υπήρξε μία σειρά από παθολογίες και εμπόδια στον τομέα των υπηρεσιών πληροφοριών, που οδήγησαν στον αιφνιδιασμό. Ένα από αυτά ήταν η «στεγανοποίηση», δηλαδή ο περιορισμός της πρόσβασης στα δεδομένα. Το ναυτικό θεωρούσε το πεζικό κατώτερο και δεν του έδινε τις απαραίτητες πληροφορίες. Κυριαρχούσε το σκεπτικό «need to know», δηλαδή «θα μάθεις μόνον ό,τι είναι απαραίτητο».

Η ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ
Η επίθεση προγραμματίζεται να διεξαχθεί το πρωί της 7ης Δεκεμβρίου του 1941, ημέρα Κυριακή. Την επιχείρηση αναλαμβάνει η 1η μοίρα αεροπλανοφόρων του ιαπωνικού στόλου με επικεφαλής τον Ναύαρχο Τσουίτσι Ναγκούμο. Η δύναμή του περιλαμβάνει 6 αεροπλανοφόρα (Ακάγκι, Κάγκα, Χιριού, Σοριού, Σοκακού, Ζουϊκακού), που μεταφέρουν, συνολικά, 423 αεροσκάφη, καταδιωκτικά, βομβαρδιστικά οριζόντιας επίθεσης και κάθετης εφόρμησης, καθώς και βομβαρδιστικά μεταποιημένα σε τορπιλοβόλα.

 

Επικεφαλής αυτής της αεροπορικής δύναμης είναι ο πλοίαρχος Μιτσούο Φουσίντα. Περιλαμβάνει, επίσης, τα απαραίτητα καταδρομικά και αντιτορπιλικά, καθώς και 8 πετρελαιοφόρα σκάφη, που είναι μεν απαραίτητα, επιβάλλουν όμως σχετικά βραδεία πορεία. Έξι από τα μεγαλύτερης ακτίνας δράσης υποβρύχια της μοίρας μεταφέρουν πέντε «υποβρύχια τσέπης», με πλήρωμα δύο ανδρών το καθένα και δύναμη πυρός από δύο μικρές τορπίλες, ώστε στο αεροπορικό όπλο κατά της βάσης να προστεθεί και το υποβρύχιο.

Ο στόλος ξεκινά από την Ιαπωνία στις 2 Δεκεμβρίου 1941. Έχει αποφασιστεί, για την αποφυγή επισήμανσής του, να ακολουθηθεί πορεία από τη βόρεια πλευρά του Ειρηνικού, η οποία είναι σχεδόν έρημη από σκάφη. Αυτό έχει ως συνέπειες την πολύ δύσκολη πορεία των σκαφών λόγω των πολύ κακών καιρικών συνθηκών και την εξασφάλιση της απόλυτης μυστικότητας της πορείας του: Οι Αμερικανοί δεν καταφέρνουν να εντοπίσουν τον ιαπωνικό στόλο ούτε όταν αυτός έχει πλέον πάρει πορεία προς Ιαπωνία: Αγνοούν πώς κατάφερε να πλησιάσει το Περλ και να γυρίσει αλώβητος στη βάση του.

Οι εντολές του Ναγκούμο ορίζουν ότι αν ανακαλυφθεί η μοίρα 4 ημέρες πριν την επίθεση, οφείλει να ματαιώσει την αποστολή. Αν ανακαλυφθεί 2 ή 3 ημέρες πριν, θα αποφασίσει ο ίδιος αν θα την εκτελέσει ή όχι και αν ανακαλυφθεί σε λιγότερο από 2 ημέρες πριν, θα την εκτελέσει ανεξάρτητα από την επισήμανσή του. Τον πραγματικό στόχο της αποστολής γνωρίζουν μόνον τα πληρώματα των αεροσκαφών και, φυσικά, ο Ναύαρχος και το επιτελείο του. Η πορεία του στόλου δεν επισημαίνεται, αλλά εν πλω φθάνουν δύο σήματα από τον ραδιοφωνικό – κατασκοπευτικό σταθμό: Το ένα διευκρινίζει το ανεμπόδιστο, από φράγμα αεροστάτων, της προσέγγισης των αεροπλάνων. Το άλλο προκαλεί αντιπαράθεση μεταξύ Ναγκούμο και Φουσίντα: Τα αεροπλανοφόρα Saratoga, Lexington και Enterprise, κύριος στόχος της επίθεσης, δεν βρίσκονται πλέον στο Περλ: Το τελευταίο επισκευάζεται στο Σαν Ντιέγκο, ενώ τα άλλα δύο παραδίδουν αεροπλάνα σε άλλες αμερικανικές βάσεις του Ειρηνικού.
Ο Φουσίντα θεωρεί ότι ο κύριος στόχος της επίθεσης δεν υφίσταται πλέον και προτείνει την ματαίωση της επιχείρησης. Ο Ναγκούμο, όμως, θεωρεί ότι 8 θωρηκτά, 3 καταδρομικά, 4 αντιτορπιλικά και πολλά βοηθητικά σκάφη παραμένουν ένας πολύ αξιόλογος στόχος, καθώς τα αεροπλανοφόρα θα στερηθούν την απαραίτητη υποστήριξη από σκάφη επιφανείας, αν δοκιμάσουν να αναλάβουν δραστηριότητα. Η πορεία δεν ανακόπτεται. Ο Ναγκούμο, 2 μέρες πριν την άφιξη της μοίρας στο προκαθορισμένο σημείο αποκαλύπτει στους ναυτικούς τον πραγματικό στόχο της αποστολής. Επικρατεί πολύ μεγάλος ενθουσιασμός.
Τα 2 κύματα της επίθεσης: το 1ο κύμα (αριστερά), το 2ο κύμα (δεξιά)

Η ΕΠΙΘΕΣΗ
Στο μεταξύ τα «υποβρύχια τσέπης» φθάνουν στο Περλ. Έφεδρος Σημαιοφόρος της ναρκοθέτιδας «Κόντορ» επισημαίνει ένα από αυτά και ειδοποιεί το αντιτορπιλικό «Γουόρντ» που περιπολεί. Αυτό, όμως, δεν καταφέρνει να εντοπίσει το άγνωστο υποβρύχιο και εγκαταλείπει την προσπάθεια, αφού ο κυβερνήτης του υποθέτει ότι ο Σημαιοφόρος στο «Κόντορ» έσφαλε. Στις 07:02 το πρωί της 7ης Δεκεμβρίου δύο νεαροί έφεδροι έχουν βάρδια στο σταθμό ραντάρ. Το όχημα που θα τους μεταφέρει στο κέντρο της βάσης έχει καθυστερήσει κι έτσι δεν έχουν φύγει ακόμη, όταν μένουν άφωνοι ρίχνοντας μια ματιά στην οθόνη του ραντάρ: Πολυάριθμα μαύρα στίγματα έχουν κάνει την εμφάνισή τους σε αυτήν. Επικοινωνούν με τον υπολοχαγό Τάιλερ, αξιωματικό υπηρεσίας, αναφέροντας την επισήμανση. Ο Τάιλερ αποκρίνεται με δυο λέξεις, που έμελλε να μείνουν ιστορικές για τη βάση: «Forget ’em» («ξεχάστε τα»). Λίγα λεπτά αργότερα, ωστόσο, τα «μαύρα στίγματα», που είναι το πρώτο κύμα των ιαπωνικών αεροπλάνων, με επικεφαλής τον ίδιο τον Φουσίντα, έχουν φθάσει στο Οάχου και βλέπουν τους στόχους τους εκεί που περίμεναν να είναι: Στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη και κατά μήκος μιας αποβάθρας που αποκαλείται «Battleship Row» (στοίχος πολεμικών).

Ο Φουσίντα στέλνει στη μοίρα το συμφωνημένο σύνθημα ότι οι στόχοι είναι στη θέση τους και η επίθεση αρχίζει: «Tora, tora, tora» (που στα ιαπωνικά σημαίνει τίγρη). Το σήμα φθάνει όχι μόνο στη μοίρα, αλλά και 5.000 μίλια μακρύτερα, στη ναυαρχίδα του Γιαμαμότο, που ενθουσιάζεται. Τα ιαπωνικά αεροσκάφη αναπτύσσονται κι αρχίζουν το έργο τους, κτυπώντας όλα τα σκάφη που βρίσκονται ελλιμενισμένα.
 
Παράλληλα, ένα μέρος των αεροπλάνων έχει εντολή να επιλέξει ως στόχο τα αμερικανικά αεροπλάνα που βρίσκονται το ένα πλάι στο άλλο (για να μπορούν να καλυφθούν εύκολα, αν παρίστατο ανάγκη!), ώστε τα ιαπωνικά να δράσουν χωρίς εναέριο αντίπαλο. Πλήττουν τα αεροδρόμια της βάσης και καταστρέφουν στο έδαφος σχεδόν το σύνολο της αμερικανικής αεροπορίας.
Το πρώτο κύμα ολοκληρώνει το έργο του και σε δυάδες ή τριάδες τα αεροσκάφη αποχωρούν για να τα διαδεχθεί το δεύτερο κύμα, στο οποίο δεν περιλαμβάνονται τορπιλοβόλα. Επικεφαλής του δεύτερου κύματος είναι ο υπαρχηγός του Φουσίντα, Σικεγκάζου Σιμαζάκι. Οι δυσκολίες του δεύτερο αυτού κύματος είναι πολύ μεγαλύτερες, καθώς ο ουρανός καλύπτεται από σύννεφα καπνού από την κατεστραμμένη βάση και τα καιόμενα σκάφη. Παράλληλα, η αντιαεροπορική άμυνα έχει αρχίσει τη δράση της, αν και πάσχει από έλλειψη πυρομαχικών: Για λόγους ασφαλείας, όπως σε καιρό ειρήνης, τα πυρομαχικά βρίσκονται όχι κοντά στα πυροβόλα, αλλά στις αποθήκες και (πολύ λίγα) αμερικανικά αεροπλάνα έχουν απογειωθεί για την αντιμετώπιση του εισβολέα. Αυτοί οι παράγοντες συντελούν ώστε το δεύτερο κύμα να μην έχει τα εντυπωσιακά αποτελέσματα του πρώτου: Ολοκληρώνει, απλά, τις ζημίες στα σκάφη και αφήνει μια από τις πλέον βασικές εγκαταστάσεις, αυτή των καυσίμων (την επιλεγόμενη «φάρμα δεξαμενών», tank farm) ανέπαφη.
Τα αεροσκάφη εξαντλώντας τις βόμβες τους αποχωρούν. Οι απώλειές τους είναι απίστευτα ελαφρές: 9 καταδιωκτικά, 15 βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης και 5 τορπιλοβόλα (σύνολο ανδρών 55), όταν το Τόκιο υπολόγιζε ότι η αποστολή θα εθεωρείτο επιτυχής με την απώλεια του 50% των αεροσκαφών και του 30% των πλοίων.

Με την επιστροφή των αεροπλάνων στη μοίρα γίνεται απολογισμός της επιχείρησης από τον Φουσίντα, που, έχοντας επισημάνει την ακεραιότητα στόχων (όπως η «tank farm»), προτείνει τον ανεφοδιασμό των αεροπλάνων και την εξαπόλυση τρίτου κύματος επίθεσης. Όμως ο Ναγκούμο είναι υπερβολικά σώφρων: Τα σκάφη των ΗΠΑ καταστράφηκαν, οι ιαπωνικές απώλειες είναι ελάχιστες, δεν υπάρχουν λόγοι να αυξηθούν για στόχους χωρίς μεγάλη αξία. Ο Φουσίντα προτείνει να προηγηθεί αναγνώριση της ευρύτερης περιοχής για να εντοπιστούν τα αεροπλανοφόρα, όμως ο Ναγκούμο έχει πάρει την απόφασή του και έχει ήδη δώσει την εντολή στη μοίρα να επιστρέψει. Οι διαμαρτυρίες και οι προτάσεις του Φουσίντα δεν τον μεταπείθουν και η μοίρα παίρνει το δρόμο της επιστροφής. Αμέσως μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, οι Ιάπωνες κατέλαβαν τα νησιά Γουαίηκ και Γκουάμ και το Χονγκ Κονγκ.

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Από άποψη τακτικής, η ιαπωνική επιχείρηση δεν ήταν επιτυχημένη: από τα 8 θωρηκτά, το Arizona βυθίστηκε, ενώ το Oklahoma καταστράφηκε ολοσχερώς,

δύο άλλα (California, West Virginia) βυθίστηκαν, αλλά ανελκύστηκαν, ενώ τα υπόλοιπα 4 (Nevada, Maryland, Pennsylvania, Tennessee) σύντομα επισκευάστηκαν και επανεντάχθηκαν στον αμερικανικό στόλο.
Τα 3 καταδρομικά (Helena, Honolulu, Raleigh) και τα 4 αντιτορπιλικά (Cassin, Downes, Helm, Shaw), που υπέστησαν ζημιές, επισκευάστηκαν, ενώ τα δύο αεροπλανοφόρα του στόλου του Ειρηνικού δεν βρίσκονταν τη στιγμή της επίθεσης στο Περλ Χάρμπορ.

 

Η έκρηξη στο καταδρομικό Shaw
Τέλος, 92 αεροσκάφη του αμερικανικού ναυτικού καταστράφηκαν στο έδαφος, 31 έπαθαν ζημιές, ενώ καταστράφηκαν και 77 αεροσκάφη του αμερικανικού στρατού και άλλα 128 υπέστησαν ζημίες. Ουσιαστικά, η αεροπορική δύναμη στον Ειρηνικό είχε απομείνει με ελάχιστες δυνάμεις, που απέτρεπαν τη συμμετοχή της σε μεγάλες επιχειρήσεις. Σημαντικές ήταν και οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές: οι ΗΠΑ θρήνησαν πάνω από 2.400 νεκρούς και είχαν, επίσης, πάνω από 1.000 τραυματίες. Οι Ιάπωνες είχαν συνολικά 64 νεκρούς (55 αεροπόρους και 9 από τα υποβρύχια τσέπης).

 

 

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Από στρατηγικής άποψης, η ιαπωνική επίθεση υπήρξε καταστροφική για το Τόκιο και αποτέλεσε τομή στην εξέλιξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Τα πολιτικά, όμως, αποτελέσματα της επίθεσης ήταν πολύ πιο σημαντικά από τα στρατηγικά. Αυτή η επίθεση προκάλεσε ισχυρότατο κύμα αγανάκτησης στις ΗΠΑ και έθεσε τέλος στην εσωστρέφεια και τον απομονωτισμό, τον οποίο επιθυμούσε η ευρεία μάζα του πληθυσμού μέχρι τότε. Στις 8 Δεκεμβρίου, ο Πρόεδρος Ρούζβελτ εκφωνεί έναν από τους πιο διάσημους λόγους του, στηλιτεύοντας την άνανδρη επίθεση με τη φράση «…a date which will live in infamy» («η ημέρα αυτή θα καταγραφεί ως ημέρα ντροπής στην Ιστορία»). Η φράση του Προέδρου απηχεί το λαϊκό αίσθημα: Οι Αμερικανοί αποκαλούν τους Ιάπωνες «yellow bastards» και η κοινή γνώμη, που πριν μερικές ώρες ήταν κατά οποιασδήποτε εμπλοκής σε εχθροπραξίες, τώρα μεταστρέφεται και ζητά την κήρυξη πολέμου στην Ιαπωνία. Αφουγκραζόμενος το λαϊκό αίσθημα, ο Πρόεδρος κηρύσσει την ίδια ημέρα τον πόλεμο στην Ιαπωνία (3 μέρες αργότερα, στις 11 Δεκεμβρίου θα κάνει το ίδιο και στη Γερμανία και την Ιταλία) και η απόφασή του επικυρώνεται με μία μόνο ψήφο κατά (της Τζάνετ Ράνκιν, Γερουσιαστή της Μοντάνα) από την Γερουσία.

Η απόφαση αυτή είναι από μόνη της πολύ σημαντική: Ανατρέπει τα μέχρι τότε δεδομένα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αφού εισάγει σε αυτόν την μεγαλύτερη, σε οικονομική ισχύ, χώρα του πλανήτη. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την αποτυχία της ναζιστικής Γερμανίας για μια γρήγορη επικράτηση σε βάρος της Σοβιετικής Ένωσης, άλλαξαν δραματικά την ισορροπία των δυνάμεων σε βάρος του Άξονα. Η κινητοποίηση του αμερικανικού κολοσσού (αν και θα χρειάζονταν πολλοί μήνες ακόμη για την εμπλοκή των ΗΠΑ στον Πόλεμο) και η δημιουργία της πανίσχυρης αμερικανικής στρατιωτικής μηχανής, συμμάχου της Βρετανίας και της Σοβιετικής Ένωσης, δικαιώνει εκείνους που θεωρούν ότι ο Άξονας δεν έχασε τον πόλεμο το 1945, αλλά το 1941.

ΟΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ
Η είσοδος των ΗΠΑ στον πόλεμο ενθουσιάζει τον Βρετανό Πρωθυπουργό Ουίνστον Τσόρτσιλ, ο οποίος στήριζε την πολιτική και τις ελπίδες του στην είσοδο των ΗΠΑ στη σύρραξη. Αντίθετα, στη Γερμανία η είσοδος των ΗΠΑ στον Πόλεμο γίνεται δεκτή με σκεπτικισμό και εκνευρισμό: Ο Χίτλερ και οι περί αυτόν (ιδιαίτερα ο Γκέρινγκ) δεν θεωρούν τις ΗΠΑ σημαντική στρατιωτική δύναμη. Ο Γκέρινγκ δηλώνει «Δεν υποτιμώ τους Αμερικανούς. Είναι ασυναγώνιστοι στην κατασκευή ξυριστικών λεπίδων. Μην ξεχνάτε, ωστόσο, ότι η λέξη ‘bluff’ είναι το κλειδί της κοινωνίας τους…». Η γερμανική ηγεσία, όμως, δεν παραβλέπει ότι οι ΗΠΑ θα είναι αρωγός, έστω και οικονομικός, της Βρετανίας, άρα απομακρύνεται η δυνατότητα να καταβληθεί ο έσχατος εχθρός σε σύντομο χρονικό διάστημα.

 

ΓΝΩΡΙΖΑΝ ΤΗΝ ΕΠΙΘΕΣΗ;
Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ είχαν αποκρυπτογραφήσει τον ιαπωνικό κώδικα ανταλλαγής μηνυμάτων και την ημέρα της επίθεσης μεγάλο μέρος του στόλου τους (κυρίως τα αεροπλανοφόρα) δεν βρισκόταν στο Περλ Χάρμπορ έχει προκαλέσει εύλογα ερωτήματα σχετικά με το ρόλο του Αμερικανού προέδρου: αγνοούσε πράγματι ο Ρούζβελτ τα ιαπωνικά σχέδια ή μήπως τα είχε πληροφορηθεί, αλλά άφησε την ιαπωνική επίθεση να εξελιχθεί για να αποσπάσει την έγκριση του απρόθυμου Κογκρέσου για την είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο; Μήπως, σε τελική ανάλυση, στόχος του ήταν ακόμα και να προκαλέσει την ιαπωνική επίθεση; Νεότερη έρευνα τονίζει ότι τα αποκρυπτογραφημένα μηνύματα «έδειχναν» ότι οι Ιάπωνες είχαν σκοπό να επιτεθούν στη ΝΑ Ασία ή στον δυτικό Ειρηνικό, αλλά όχι συγκεκριμένα στο Περλ Χάρμπορ. Σύμφωνα με την ίδια άποψη, ο Λευκός Οίκος πίστευε ότι ο πόλεμος με το Τόκιο ήταν αναπόφευκτος, αλλά παράλληλα θεωρούσε παράλογη οποιαδήποτε σκέψη για επίθεση στο Περλ Χάρμπορ. Καθώς καμιά από τις αντικρουόμενες απόψεις δεν στοιχειοθετείται επαρκώς, η άποψη περί αμερικανικής πρότερης γνώσης της ιαπωνικής επίθεσης παραμένει ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα θεωρίας συνωμοσίας του 20ου αιώνα.


ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Στην Ιαπωνία η μοίρα του Ναγκούμο γίνεται δεκτή με ενθουσιώδεις εκδηλώσεις. 80.000.000 άτομα παραληρούν για τη μεγάλη νίκη, ο Φουσίντα γίνεται εθνικός ήρωας και ο Αυτοκράτορας απαιτεί να τον δεχθεί σε ακρόαση κατά παράβαση του πρωτοκόλλου (ο Φουσίντα είναι ταπεινής καταγωγής). Ο πολεμικός παροξυσμός φτάνει στο αποκορύφωμά του. Ένας άνθρωπος μόνον παραμένει βλοσυρός: Ο ίδιος ο δημιουργός της επιχείρησης, ο Γιαμαμότο. Σε σχετικές ερωτήσεις των συνεργατών του απαντά ότι δεν είναι ευχαριστημένος. Τα αεροπλανοφόρα, ο κύριος στόχος της επιχείρησης δεν επλήγησαν. Οι ΗΠΑ αντέδρασαν με μεγαλύτερη ταχύτητα και βιαιότητα από όση αναμενόταν. Όμως, η Ιαπωνία είχε επιτύχει τον στόχο που είχε θέσει, σχεδιάζοντας την επίθεση: Είχε κερδίσει τον χρόνο που της ήταν απαραίτητος για να επεκτείνει την Αυτοκρατορία της στη ΝΑ Ασία, χωρίς να χρειαστεί να εμπλακεί σε μάχες με τις ΗΠΑ. Έτσι, μπόρεσε να καταλάβει ανενόχλητη τις Φιλιππίνες, την Ινδονησία και όλες τις περιοχές που θεωρούσε απαραίτητες για να επιτύχει τον μακροπρόθεσμο στόχο της, την αυτονομία της σε πλουτοπαραγωγικές περιοχές και πρώτες ύλες. Αποδείχθηκε, όμως, ότι η άποψη του Φουσίντα για εξαπόλυση τρίτου κύματος ήταν, στρατηγικά, πιο σωστή από την άποψη που επέβαλε ο Ναγκούμο: Πριν περάσουν 6 μήνες, οι ΗΠΑ επιφέρουν την πρώτη ήττα στις ιαπωνικές δυνάμεις στο Μίντγουεϊ και ανατρέπουν τη στρατηγική κατάσταση στον Ειρηνικό. Αν το τρίτο κύμα, που είχε προτείνει ο Φουσίντα, είχε εξαπολυθεί και επιτύχει τον στόχο του, οι ΗΠΑ θα είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν όλες τις βάσεις τους στον Ειρηνικό και να αποσυρθούν στη δυτική ακτή της χώρας τους, αυξάνοντας κατά 2.200 μίλια την απόστασή τους από το θέατρο επιχειρήσεων της Ιαπωνίας.

 

Η πλωτή βάση στο σημείο όπου είναι βυθισμένο το θωρηκτό Arizona

ΠΗΓΕΣ

Ρεϊμόν Καρτιέ, «Ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου», Πάπυρος, Αθήνα, 1964, τόμος Α’
Μανόλης Κούμας, «Η ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ», Η Καθημερινή (2-8-2010)
Study World
Imperial War Museum
PearlHarbor.org