H Πρόσφατη νομολογία του Σ,τ,Ε για την συνταγματικότητα των συνταξιοδοτικών περικοπών

2015-12-11 11:03

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας με τις τελευταίες αποφάσεις της Ολομέλειάς του (πρόκειται για τις αποφάσεις με αριθμούς 2287, 2288, 2289 και 2290/2015) έκρινε για άλλη μία φορά τη συνταγματικότητα των διατάξεων που αφορούν στις συνταξιοδοτικές περικοπές.  Στην κρίση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ήχθησαν αγωγές διαφόρων κατηγοριών συνταξιούχων, λόγω της σπουδαιότητας των τιθεμένων ζητημάτων (κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 3900/2010).

Θυμίζουμε ότι, αρχικά, με την ΟλΣτΕ 668/2012, το Ανώτατο Δικαστήριο είχε κρίνει ως συνταγματικά ανεκτή τη λήψη και άλλων μέτρων, σε βάρος της ιδίας κατηγορίας θιγομένων, με το σκεπτικό ότι αυτά αποτελούν τμήμα ενός ευρύτερου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων της Ελληνικής Οικονομίας, το οποίο αποσκοπεί στην αντιμετώπιση της οξείας δημοσιονομικής κρίσης.

Στη συνέχεια, με τις υπ’ αριθ. 2192-2196/2014 αποφάσεις της, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ως αντισυνταγματικές τις διατάξεις της υποπαραγράφου Γ1 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012, με την αιτιολογία ότι «οι διατάξεις των περιπτώσεων 31-33 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012, με τις οποίες μειώθηκαν οι αποδοχές των εν ενεργεία στρατιωτικών των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας και, μάλιστα, αναδρομικώς από 01-08-2012, καθώς και της απολύτως συναφούς προς αυτές διατάξεως της περιπτώσεως 37, αντίκεινται προς την απορρέουσα εμμέσως από τις διατάξεις των άρθρων 45, 23 παρ. 2 και 29 παρ. 9 του Συντάγματος αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχειρίσεως των στρατιωτικών (Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας) καθώς και προς τις συνταγματικές διατάξεις των άρθρων 4 παρ.5 και 25 παρ. 4».  

Ήδη, με τις τελευταίες ΟλΣτΕ 2287-2290/2015, το Δικαστήριο συμπληρώνει και συνοψίζει την προηγούμενη νομολογία του επί του ζητήματος της συνταγματικότητας των συνταξιοδοτικών περικοπών σε περιόδους κρίσεων.  Εντελώς επιγραμματικά, συνοψίζοντας, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο ΠΡΩΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ (δηλαδή οι περικοπές που θεσπίστηκαν με τους Ν. 3845/2010, 3863/2010, 3986/2011 και 4024/2012) είναι συνταγματικώς ανεκτά. Και τούτο, διότι οι εν λόγω περικοπές εντάσσονται στις δέσμες μέτρων που έχουν ως βάση τις προβλέψεις του πρώτου «Μνημονίου» και του πρώτου «Μεσοπροθέσμου Πλαισίου», και είχαν αποφασισθεί υπό την πίεση όλως εξαιρετικών περιστάσεων.  Δηλαδή συνιστούσαν μέτρα «άμεσης απόδοσης» για την εξεύρεση πόρων προς αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης στην οποία βρέθηκε η Χώρα.

Αντίθετα, οι περικοπές των Ν. 4051/2012 και 4093/2012 (προς εφαρμογή του ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ – Ν. 4046/2012) κρίνονται από το Δικαστήριο ως συνταγματικά αδικαιολόγητες αλλά και αντικείμενες στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (Ευρωπαικης Συμβασης Δικαιωματων του Ανθρωπου), επειδή κλονίζεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ γενικού συμφέροντος και περιουσιακών δικαιωμάτων των συνταξιούχων.  Το ΣτΕ επισημαίνει ότι «οι τελευταίες ως άνω διατάξεις ψηφίσθηκαν όταν είχε πλέον παρέλθει διετία από τον πρώτο αιφνιδιασμό της οικονομικής κρίσεως και αφού εν τω μεταξύ είχαν σχεδιασθεί και ληφθεί τα βασικά μέτρα για την αντιμετώπισή της. Επομένως, κατά την επιχειρηθείσα με τις διατάξεις αυτές νέα, για πολλοστή φορά, περικοπή συνταξιοδοτικών παροχών της ίδιας ομάδας θιγομένων, ο νομοθέτης δεν εδικαιολογείτο πλέον να προχωρήσει σε σχετικές ρυθμίσεις χωρίς ειδική έρευνα του αντικειμένου αυτών, αλλ’ όφειλε να προβεί σε εμπεριστατωμένη μελέτη, προκειμένου να διαπιστώσει και να αναδείξει τεκμηριωμένα ότι η λήψη των συγκεκριμένων μέτρων ήταν συμβατή με τις σχετικές συνταγματικές δεσμεύσεις, τις απορρέουσες, μεταξύ άλλων, από το θεσμό της κοινωνικής ασφαλίσεως, τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας και την προστασία της αξίας του ανθρώπου».  

Με βάση το παραπάνω σκεπτικό, η τομή για το ανεκτό ή μη των περικοπών τοποθετείται μεταξύ των νόμων 4024/2012 και 4051/2012.  Έτσι, το ΣτΕ επικυρώνει για παράδειγμα την παρακράτηση ΕΑΣ, αλλά ΑΝΤΙΘΕΤΑ κρίνει ως αντισυνταγματικές τις ποσοστιαίες μειώσεις των συντάξεων (βλ. άρθρο 6 Ν. 4051/2012, με το οποίο μειώθηκαν σε ποσοστό 12% οι  κύριες συντάξεις που υπερβαίνουν τα 1.300 , καθώς και άρθρο Πρώτο Ν. 4093/2012 με το οποίο μειώθηκαν εκ νέου σε ποσοστά από 5% έως και 20% οι από οποιαδήποτε πηγή και από οποιαδήποτε αιτία συντάξεις που υπερβαίνουν αθροιστικώς τα 1000 ).  Με τις ίδιες σχολιαζόμενες αποφάσεις, το ΣτΕ έκρινε ως αντισυνταγματική την πλήρη κατάργηση των επιδομάτων Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας (ενώ είχε επικυρώσει τον περιορισμό τους).  Σημειώνεται ότι, έως σήμερα, αντίστοιχες θέσεις έχει εκφράσει και η Νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ενώ αναμένεται η απόφαση της Ολομέλειας ΕλΣυν στο θέμα του τρόπου υπολογισμού της παρακράτησης ΕΑΣ).

Η έως σήμερα θέση των Ανωτάτων Δικαστηρίων έχει σημασία για την κατάστρωση της στρατηγικής ως προς τις μελλοντικές δικαστικές διεκδικήσεις, καθώς ήδη διανύουμε το ΤΡΙΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ και επίκεινται περαιτέρω μειώσεις.

Το ΣτΕ έχει αποφανθεί ότι «ο νομοθέτης οφείλει να προβεί σε συνολική εκτίμηση των παραγόντων που προκάλεσαν το πρόβλημα το οποίο επικαλείται ως προς τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών οργανισμών (και, μάλιστα, ενός εκάστου εξ αυτών, εν όψει της διοικητικής και οικονομικής του αυτοτέλειας), και, εν όψει των παραγόντων αυτών –όπως είναι η μείωση της αξίας, μέσω του PSI (ν. 4050/2012), των διαθεσίμων κεφαλαίων των εν λόγω οργανισμών και περαιτέρω να εξετάσει με τρόπο επιστημονικό και δικαστικά ελέγξιμο, αν οι επιπτώσεις των περικοπών τούτων στο βιοτικό επίπεδο των θιγομένων, αθροιζόμενες με τις επιπτώσεις από τα ήδη ληφθέντα γενικά μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης οδηγούν σε ανεπίτρεπτη μείωση του επιπέδου ζωής των συνταξιούχων κάτω του ορίου εκείνου που συνιστά τον πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού τους δικαιώματος».

Ως προς τη θέση αυτή του ΣτΕ, θεωρώ δεδομένο ότι ο Νομοθέτης θα επιχειρήσει να νομιμοποιήσει τις επικείμενες μειώσεις στη βιωσιμότητα ενός νέου ασφαλιστικού συστήματος (βλ. το διάλογο που ήδη έχει ανοίξει και τις προτάσεις για έναν ενιαίο ασφαλιστικό φορέα).  Επομένως, στο θέμα αυτό, η τοποθέτηση του ΣτΕ είναι επισφαλής και δεν προδιαγράφει τη μελλοντική στάση των δικαστηρίων, ως προς τη συνταγματικότητα των περικοπών.

Από την άλλη θα πρέπει να εστιασουμε ιδιαιτέρως στην πάγια θέση που εκφράζει το ΣτΕ ότι ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΣ ΑΝΕΚΤΗ «η υπό το ‘νέο ασφαλιστικό σύστημα’ αντίληψη ότι το Κράτος ρυθμίζει απλώς και οργανώνει την κοινωνική ασφάλιση χωρίς και να υποχρεούται να συμμετέχει στη χρηματοδότηση των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως ή ότι η υποχρέωση αυτή μπορεί να αναπληρώνεται με παροχές προνοιακού χαρακτήρα, καθώς και ότι η διασφάλιση της βιωσιμότητας των εν λόγω οργανισμών απόκειται στους ίδιους τους ασφαλισμένους, συναρτώμενη, προεχόντως ή και αποκλειστικώς, με την μαθηματική σχέση μεταξύ καταβαλλόμενων εισφορών και χορηγούμενων παροχών».  Έτσι, το ΣτΕ αντιτίθεται στις προνοιακού τύπου συντάξεις, με βάση το κριτήριο της αξιοπρεπούς διαβίωσης των συνταξιούχων, η οποία πρέπει να διασφαλίζεται και με την κρατική χρηματοδότηση.  Εισάγει, μάλιστα ένα ακόμη ενδιαφέρον κριτήριο, αυτό της υποχρέωσης διατήρησης του επιπέδου ζωής των συνταξιούχων «κατά το δυνατόν εγγύς εκείνου το οποίο είχαν αυτοί κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου» (όχι μόνο για τις κύριες, αλλά και για τις επικουρικές συντάξεις – σύμφωνα με το ΣτΕ, το Κράτος υποχρεούται να συμμετέχει στη χρηματοδότηση και των φορέων επικουρικής ασφάλισης προς κάλυψη των ελλειμμάτων τους).  Η θέση αυτή είναι πολύ σημαντική (ιδίως για τους θεωρούμενους συλλήβδην ως «υψηλο-συνταξιούχους») ενόψει των ραγδαίων εξελίξεων που επέρχονται στο ασφαλιστικό σύστημα (με την αρχή της βιωσιμότητας των ασφαλιστικών ταμείων εξ ιδίων πόρων αποκλειστικά και τις ρήτρες «μηδενικού ελλείμματος»).  

Τέλος, ως προς το θέμα του χρόνου ισχύος, το ΣτΕ απεφάνθη ότι οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των επιμάχων διατάξεων θα επέλθουν μετά την δημοσίευση των σχετικών αποφάσεών του (ΟλΣτΕ 2287 και 2288/2015, που δημοσιεύθηκαν στις 10  και 22 Ιουνίου 2015), για όσους εκ των συνταξιούχων δεν είχαν ήδη προσφύγει.  Πρακτικά, θα σας πρότεινα να υποβάλλετε αιτήσεις προς το ΓΛΚ, με τις οποίες θα ζητάτε να παύσει να υπολογίζει επί των συντάξεων που σας καταβάλει τις ποσοστιαίες μειώσεις των άρθρων 6 Ν. 4051/2012 (ποσοστό 12% για ποσά άνω των 1.300 €) και άρθρου Πρώτου Ν. 4093/2012 (ποσοστά από 5% έως και 20% σε συντάξεις που υπερβαίνουν αθροιστικώς τα 1000 €), καθώς και να σας αποδώσει τα επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας.  Προς διευκολυνση των κ.κ. Συναδελφων, αλλα και κυριως την αρτιοτερη συνταξη αυτων, εχω συνταξει σχετικο υποδειγμα, το οποιο εχω αναρτησει στην ιστοσελιδα της Ε.Α.Α.Λ.Σ.  Επιπλεον, οσοι δεν εχουν προσβαση στο διαδικτυο, μπορουν να επικοινωνουν με το γραφειο μου, για την αποστολη τηλεομοιοτυπου (φαξ).

Φαίη Τζώρα - Δικηγόρος

τηλ. 2103606024